3/1/14

Νόαμ Τσόμσκι

Μια ματιά στη σκέψη του

ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΝΟΥΤΣΟΥ

Διαδήλωση, 1966, Λιθογραφία
Πριν από λίγο κυκλοφόρησε στα ελληνικά ένα ακόμη βιβλίο του Noam Chomsky. Πρόκειται για το Πώς λειτουργεί ο κόσμος (2013) που περιλαμβάνει ομιλίες και συνεντεύξεις του διατυπωμένες σε «προσιτό και ευανάγνωστο» λόγο κατά τις δεκαετίες του ’80 και κυρίως του ’90 (μια ειδική αναφορά γίνεται στο Ανατ. Τιμόρ, το οποίο αποτέλεσε και θέμα διάλεξής του στη Μελβούρνη, στις 23 Ιανουαρίου 1995, μετά και τη σύμπραξη της Αυστραλίας στην εισβολή της Ινδονησίας και την αθρόα σφαγή των κατοίκων του· βλ. Στην αυγή του νέου αιώνα, Αθήνα 2002, 234/235). Αν λάβουμε επίσης υπόψη και τη συνέντευξή του στην Αυγή (8.12.2013), στην οποία με σαφήνεια αναδιατυπώνει τις θέσεις του για τον «πραγματικά υπαρκτό καπιταλισμό», αλλά και τη συχνή μνεία των απόψεών του, μάλλον είναι χρήσιμο να αναχθούμε στους κύριους αρμούς της συλλογιστικής που είχε αρχικά αναπτύξει ο Αμερικανός διανοούμενος.
Στις Ενωμένες Πολιτείες ο γαλλικός «Μάης» είχε προϋπάρξει. Μολονότι ουδέποτε παρατηρήθηκε η συντριβή της «άλλης» Αμερικής, ακόμη και στην πε­ρίοδο του McCarthy, η ριζοσπαστική παράδοση έβρισκε διαρκώς τρόπους για την αναζωογόνησή της. Εκτός από τα πολιτικά σχήματα της κοινωνικής αμφισβήτη­σης εμφανίσθηκαν νεωτερικοί πυρήνες πανεπι-στημιακών δασκάλων και φοιτητών/τριών (όπως η ομάδα που αναλαμβάνει το 1959 την έκδοση Studies on the Left), διαχύθηκε η εμπειρία της «beat Generation» και στη συνέχεια των «hippies», δι­ασώθηκαν ακόμη και στην εποχή του ψυχρού πολέμου ομάδες «ειρηνιστών» (όπως οι «Peacemakers»), ανανεώθηκαν πρωτοβουλίες για την κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων που οδήγησαν στο κίνημα των Αφροαμερικανών, εκδιπλώθηκε ένα σφριγηλό κίνημα εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ και προφανώς όλες αυτές κινήσεις συνέκλιναν σε ό,τι θα μπορούσε να ονομασθεί «αμερικανικό ’68».

Έτσι στα αμερικανικά Πανεπιστήμια στοιχειοθετείται μια ακόμη εκδοχή του ριζοσπαστισμού των «διανοουμένων». Προφανώς έχει ανασυγκροτηθεί με νέους όρους ό,τι είχε οριοθετηθεί ως δικαίωμα άσκησης συλλογικής κοινωνικής κριτικής. Τούτο συντελείται ευκρινέστερα σε μια εποχή ριζικότερης ανασύνταξης του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας, όταν δηλαδή μεγιστοποιούνται οι μορφές διανοητικής εργασίας και συναφώς πολλαπλασιάζονται οι ευκαιρίες, με το βιβλίο, το φυλλάδιο, το περιοδικό, την εφημερίδα, την αφίσα, τη φωτογραφία, το ραδιόφωνο και τις συγκεντρώσεις, και πρόσφατα με το Διαδίκτυο, για τη δημόσια διατύπωση της γνώμης, ακόμη και για θέματα στα οποία οι διανοούμενοι prima facie δεν είναι αρμόδιοι. Στην εκτύλιξη αυτής της προβληματοθεσίας, όπου μία μόνο πτυχή υπήρξε η διαμαρτυρία για την υπόθεση Dreyfus πριν από εκατό και πλέον χρόνια, διευκρινίζεται τόσο ο ευρύς ορισμός των «διανοουμένων», που περιλαμβάνει ως ιδιαίτερη κοινωνική κατηγορία όσους εργάζονται διανοητικά, όσο και ο στενός ορισμός που καλύπτει αντίστοιχα τους ανθρώπους τω' γραμμάτων και των τεχνών. Λόγω της συνάφειας των δύο προσεγγίσεων, ως προς τη δεύτερη περίπτωση ειδικότερα, οι καταξιωμένοι στο επιστημονικό ή στο καλ­λιτεχνικό τους πεδίο παρεμβαίνουν στην τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα με γνώμονα «αξίες» που την υπερβαίνουν. Στις Ενωμένες Πολιτείες και σε ορισμέ­νη συστοίχηση με τις απαρχές του εγχώριου ’68 εμφανίσθηκαν οι επεξεργασίες του C. Wright Mills (The Power Elite, 1956· The Sociological Imagination, 1959) με στόχο όσους νομιμοποιούν το status quo, ενώ ήδη είχε θεματοποιηθεί η «εσωτερική ανάγκη διείσδυσης και υπέρβασης του προπετάσματος της άμεσης και απτής εμπειρίας» που σφραγίζει την «ύπαρξη των διανοουμένων σε κάθε κοι­νωνία» (Ed. Shils, «The Intellectuals and the Powers», Comparative Studies in Society and History, 1, 1958/1959, 5-22). Τότε παρεμβαίνει και ο Chomsky, μετέχοντας κιόλας στο κίνημα εναντίον του πολέμου στο Βιετνάμ, με δύο κείμε­να που σηματοδοτούν τη στροφή του προς την ανάλυση όσων διαδραματίζονται στους κόλπους του κοινωνικού σώματος και των πολιτικών θεσμών. Στο πρώτο εγκαλεί τους διανοουμένους της χώρας του για την απουσία τους από τους κοι­νωνικούς και πολιτικούς αγώνες, και στο δεύτερο αποποιείται το «χρυσελεφάντινο πύργο» που βολεύει την αδράνεια των συναδέλφων του («Philosophers and Public Philosophy», Ethics, 79, 1968, 1-9).

Ο Chomsky δεν έχει στραμμένο το ενδιαφέρον του μόνο στο εσωτερικό των Ενωμένων Πολιτειών, αλλά και προς την αμερικανική ηγεμονία, ιδίως κατά τη «μεταδιπολική» εποχή. Η συλλογιστική στα κείμενα αυτά εκδιπλώνεται με γνώμονα την απομύθευση της πολιτικής των «ανθρωπίνων δικαι­ωμάτων», δηλαδή του τρόπου εφαρμογής της στη διεθνή πολιτική σκηνή. Από την ώρα που ο πρόεδρος Carter διακήρυξε ότι στα «human rights» βρίσκεται η «ψυχή της εξωτερικής μας πολιτικής», ο Chomsky αποπειράθηκε να δείξει πώς στήθηκε η «New World Order». Για τα δεδομένα των Ενωμένων Πολιτειών, όπου η κυρίαρχη πολιτική είναι αυτή που κάθε φορά υλοποιεί και εκλαϊκεύει το State Department, η όλη συμπεριφορά τού Chomsky με το ηλεκτρονικό περιο­δικό Ζ κινητοποιεί όσους/όσες δεν θα ήθελαν να επαναλαμβάνεται η ιστορία του Βιετνάμ– συχνά φαίνεται αμήχανη και αναποτελεσματική, μολονότι τελευταία ενισχύθηκε από κοινωνικά κινήματα που έχουν την πρόθεση να λειτουργήσουν ως εναλλακτικοί πυρήνες αντίστασης στη θεσμοποιημένη διαδικασία παραγωγής και αναπαραγωγής του αγοραφοβικού λόγου. Ακριβέστερα, η πολιτική εξουσία της χώρας του Chomsky γίνεται αντιληπτή ως πλανητική δύναμη με αρμοδι­ότητα την αστυνομικού τύπου επιτήρηση της εφαρμογής των «ανθρωπίνων δι­καιωμάτων». Στη διαπλοκή των διεθνών σχέσεων, η «μονοδιάστατη» ή «ενιαία» σκέψη συνεπικουρεί και εκλαϊκεύει την πρακτική μιας πολιτικής «προστασίας», με παραδείγματα τον «πόλεμο του Κόλπου», την «κρίση στο Κόσοβο», και πάλι τον «προληπτικό» και τον επιθετικό πόλεμο εναντίον του Ιράκ.

Ο Παναγιώτης Νούτσος διδάσκει Κοινωνική και Πολιτική Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Δεν υπάρχουν σχόλια: