28/6/14

Ποίηση υπάρχει, όσο υπάρχουν ισχυρές ποιητικές συνθέσεις

ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΟΥΛΓΑΡΗ
 
Monument to the last diver, 2014, Δύο βαρέλια πετρελαίου, 174 x 60 x 60 εκ
ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΑΦΕΙΡΙΟΥ, Δύσκολο, εκδόσεις Νεφέλη, σελ. 72

Όταν ένα ποιητικό βιβλίο ευρίσκεται κατάφορτο παραπομπών σε κείμενα φιλοσοφικά, πατερικά, δοκιμιακά, ο ποιητικός του λόγος κινδυνεύει να βουλιάξει κάτω από το βάρος των ιδεών, διακινδυνεύει να καταστεί μια δοκιμιακή απόπειρα σε ύφος ποιητικό. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα της ποίησής μας που μαρτυρούν τα αδιέξοδα αυτής της επιλογής, με προεξάρχουσα περίπτωση το έργο του Σικελιανού, αλλά υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, όπου η ποίηση αντέχει να «διαφορίζει» τις έννοιες, αποδίδοντάς μας λόγο μεστό και λυρικά ουσιώδη, αρχής γενομένης από τον Διονύσιο Σολωμό. Ως φόρος τιμής στον μεγάλο πρόγονο θα μπορούσε λοιπόν να ειδωθεί το ποιητικό βιβλίο του Ζαφειρίου, έστω και αν στις εκτενείς αναφορές/επισημειώσεις ο Σολωμός δεν περιέχεται πουθενά, αφού ο οιονεί διάλογός τους συμβαίνει σε απόσταση, κάποτε και σε αντίστιξη.
Μάνα με τους λεβέντες γιους, ε και να γήτευες
μια φούντα μαύρου θυμαριού σε μια σταγόνα ιβίσκου
και στη γιορτή της όχεντρας μια κακορίζα μύρτου,
να ’ρθουν τ’ αγρίμια, ωχ να ’ρθούν, και οι κωλομπαράδες,

να ’ρθει και ο σταυραετός με την ξανθιά περούκα,
να σύρει πρώτος τον χορό της λυγερής σου δόξας.
Όμως σε μια ποίηση ιδεών οι συνάφειες δεν θα μπορούσαν να εξαντλούνται σε υφολογικές συγγένειες και αντικατοπτρισμούς, αλλά εμφιλοχωρούν και στο ίδιο το «περιεχόμενο».
Όμως τα έθνη·
τι νόημα έχει να ξυπνούν νεκρά τα έθνη,
σάβανο ξετυλίγοντας ξοπίσω τους τα επιμνημόσυνα των νεο-ανθρωπιστών;
Βέβαια, η κόλαση είναι η κόλαση των άλλων:
η παλιά εγκατάσταση αγνοημένης τέχνης,
αγκιστρωμένης στα πλευρά του εξπρεσιονισμού.
Εδώ, η διαδικασία της εθνογένεσης και ο διάλογος με τον γερμανικό ρομαντισμό δίνουν τη θέση τους, ή αντιπαραβάλλονται, στη διαδικασία γένεσης του φασισμού (και κατ’ επέκταση στη σημερινή επιστροφή του), στην ευρύτητα της κοινωνικής αποδοχής/συνενοχής, με σημείο εκκίνησης της ερμηνείας/τεκμηρίωσης του φαινομένου την περιγραφή του Πρίμο Λέβι, απ’ την οποία προκύπτουν και οι τίτλοι των επιμέρους ενοτήτων της συλλογής: «Αυτοί που ξέρουν και δεν μιλούν», «Αυτοί που ούτε ξέρουν ούτε και ρωτούν», «Αυτοί που όταν τους ρωτούν δεν απαντούνε», «Αυτοί που υπερασπίζουν την ψευδαίσθηση της αθωότητάς τους». 
Τώρα που ο ξένιος ξενίζει στην πλεκτάνη του τον ξένο,
εμπλέκοντας την κάθαρση του αίματος στη φαντασίωση ενός θεόπνευστου ιστού·
τώρα που η πράξη συναντάει την πράξη πίσω απ’ τα κενοτάφια των οδών,
δύσκολο πια να περιγράψεις με τούτη τη γλώσσα τον καιρό της κρυπτείας και τον καιρό της νέας ενοχής.
Παρ’ όλα αυτά, η ποιητική συλλογή του Σταύρου Ζαφειρίου δεν ενδίδει στη θεματογραφία, δεν βουλιάζει στις ευκολίες των νεόκοπων περιοχών «ριζοσπαστικής παρέμβασης», τις οποίες περιοχές νομιμοποιεί απλόχερα, και καλλιτεχνικά ανώδυνα, η επιστροφή του φασισμού.
Εδώ είναι οι φράχτες των ακτών και τα σχισμένα ιστία,
τα χνάρια όσων ξέφυγαν δίχως να στρέψουν πίσω το κεφάλι·
εδώ είναι η άκρη, άσπαρτη, πιο άσπαρτη ακόμη κι απ’ το σύμπαν.
Γιατί ο στόχος του Ζαφειρίου είναι ο αναστοχασμός όλης της νεωτερικότητας, της ιστορίας της, των ιδεών της, της τέχνης της, της κρίσης της, και το πετυχαίνει με μια ποιητική σύνθεση που αντέχει αυτόν τον βαρύ ειδολογικό χαρακτηρισμό, αντλώντας ερείσματα, ιδεολογικά και ρυθμικά, απ’ όλη την παράδοση του ποιητικού λόγου.
τι άλλο θέλετε να ξέρετε για τούτη την πατρίδα;
Τι άλλο για ό,τι βλέπετε, για τον καιρό εκείνου που σας βλέπει;
Κατά τη γνώμη μου, η ποιητική σύνθεση του Σταύρου Ζαφειρίου ανασυντάσσει το ποιητικό τοπίο, γιατί προϋποθέτει όσα σημαντικά έχουν συμβεί στις μέρες μας, π.χ. τις ποιητικές συνθέσεις Επεισόδιο του Γιώργου Μπλάνα, Ο κύριος Φογκ, του Γιάννη Βαρβέρη, Ανιστόρητο του Σπύρου Βρεττού, Ο άνθρωπος από τη Γαλιλαία, του Ηλία Λάγιου, Τα ψηλά δέντρα της γαλλικής επαρχίας, της Μαρίας Κούρση, Mec(c)ano της Ρούλας Αλαβέρα, Μαύρη Μωραλίνα της Ευτυχίας Παναγιώτου, και μερικές ακόμη ποιητικές επιτεύξεις των τελευταίων δεκαετιών, δημιουργώντας μια εξαιρετική, και απολύτως ιδιότυπη συνέχεια και κορύφωση, ένα σημείο αναφοράς τής σύγχρονης ποίησής μας.
(Μπαίνει από τις κουΐντες ο Saint-Just, κρατώντας το κομμένο του κεφάλι):
-Όσοι αφήνουνε μισή την επανάσταση, σκάβουν απλώς τον ίδιο τους τον τάφο.

Και άλλη φορά, σε άλλο καιρό, πάνω στους τοίχους:
-Φοβού τους θέλοντες να ζήσουν ήσυχα και ειρηνικά.
Είναι αδίστακτοι.
Παρ’ ότι η παράθεση σύντομων αποσπασμάτων αδικεί το βιβλίο, επειδή ο λόγος του δεν οργανώνεται με βάση τον στίχο ή τη φράση αλλά στην έκταση της σελίδας ή της περιόδου, μπαίνω στον πειρασμό να κλείσω με ένα ποιητικό στιγμιότυπο, ενδεικτικό της ποικιλίας, του πλούτου και της συνθετότητας της ποιητικής σύνθεσης του Σταύρου Ζαφειρίου, ενδεικτικό της αποδομιστικής του διάθεσης, όχι μόνο απέναντι στον Μάη του ’68, όπου αναφέρεται το συγκεκριμένο παράθεμα, αλλά απέναντι σε κάθε εξουσία (όπως της γλώσσας, των ιδεών, των θεσμών, της ίδιας της λογοτεχνίας...)
Ο κύριος Sartre, επί παραδείγματι:

ξέχειλος από υπαρξισμό και ex officio ελεητής αιδοίων.

Δεν υπάρχουν σχόλια: