21/12/14

Το φάντασμα στη φύση και στον πολιτισμό

Το φάντασμα στη φύση και στον πολιτισμό

Άνθρωπος, 2006, κάρβουνο και γκουάς, 57 x 76,5 εκ., Ιδιωτική συλλογή
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΛΑΣΚΟΥ

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΤΡΑΧΑΝΑΣ, Το φάντασμα της όπερας, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ. 168
                                                                     
Η προσπάθεια να καταλάβουμε το σύμπαν είναι από τα λίγα πράγματα που ανυψώνουν την ανθρώπινη ζωή πάνω από το επίπεδο της φάρσας, δίνοντάς της κάτι από την χάρη της τραγωδίας.
ΣΤΗΒΕΝ ΓΟΥΑΪΝΜΠΕΡΓΚ

Το μικρό βιβλιαράκι του Στέφανου Τραχανά αποτελεί μια «εισαγωγή στην επιστήμη» και, ταυτόχρονα, μια εισαγωγή στη σκέψη σχετικά με την επιστήμη. Και είναι εξαιρετικό και στις δύο αυτές λειτουργίες του. Σχολιάζοντας θέματα σχετικά με τα φαντάσματα, την επιστήμη, δηλαδή, που στοιχειώνει καθοριστικά τον σύγχρονο πολιτισμό, αλλά και ένα φάντασμα στο εσωτερικό της ίδιας της επιστήμης, την αρχή της αβεβαιότητας, αναπτύσσει μια σειρά από σκέψεις, που δείχνουν γλαφυρά και συνεκτικά πόσο η επιστήμη, πριν από «χρήσιμη», είναι μια πραγματικότητα της κουλτούρας, πλήρης νοήματος και πλήρως συν-κινητική. Σε ό,τι αφορά το φασματικό ρόλο της επιστήμης στο σύγχρονο πολιτισμό, τη δράση της από το υπόγειο, κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων, ο Τραχανάς αφιερώνει το δεύτερο μέρος του βιβλίου.
Αρχικά, ασχολείται με την «παράδοξη» βασιλεία της παραεπιστήμης σε μια εποχή υποτιθέμενου θριάμβου της επιστημονικής γνώσης, στην οποία το 70% των αμερικανών ισχυρίζονται πως έχουν προσωπικές παραψυχικές εμπειρίες –εκτοπλάσματα, επικοινωνία με ψυχές πεθαμένων, στοιχειωμένα σπίτια κ.λ.π. Μη βιαστούμε, όμως, να αποδώσουμε αυτήν την κατάσταση σε «αμερικανισμό». Ας σκεφτούμε πως η χώρα μας ανταγωνίζεται επάξια τις ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την άρνηση της εξελικτικής καταγωγής του ανθρώπου και όχι μόνο. Ενώ, επιπλέον, είναι πολύ διαδεδομένη η κατηγορία του «φωταδισμού» σε σειρά περιπτώσεων, μεταξύ των οποίων και για όσους αμφισβητούν πράγματα (;), όπως ο εξωγήινος που κρύβει η CIA, η χαμένη υψηλή τεχνολογία των Ελ, η διατύπωση της Θεωρίας της Σχετικότητας από τον δικό μας Καραθεοδωρή και η κλοπή της από τον Αϊνστάιν.

Ο Τραχανάς διερευνά αυτά τα παράδοξα, μαζί και την -εντελώς άλλης τάξης, βέβαια- αντιμετώπιση της επιστήμης από τις πραγματιστικές και τις «αναρχικές» επιστημολογίες, στο πλαίσιο μιας λογικής του τύπου «όλα παίζουν». Και δεν το κάνει ως «φωταδιστής» σταυροφόρος της επιστήμης. Το αντίθετο: αν για κάποιο λόγο, κατεξοχήν, η επιστήμη έχει σημασία είναι λόγω ακριβώς του αντιδογματικού της χαρακτήρα. Και, από αυτήν την άποψη, τα διάφορα παρα- και μετα- θα πρέπει να συνδεθούν και με την ίδια την εξέλιξη στον χώρο της επιστήμης τις τελευταίες δεκαετίες.
Να πώς τίθεται το ζήτημα, με τα λόγια του συγγραφέα: «Ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης φέρει επίσης μια σημαντική «μετάλλαξη» που έχει εμφανιστεί στην επιστημονική κοινότητα –κυρίως των θετικών επιστημών- τα τελευταία πενήντα χρόνια. Ανεπαισθήτως αρχικά, αλλά με ραγδαία επιταχυνόμενο ρυθμό αργότερα. Πρόκειται για την εμφάνιση –και τελικά την επικράτηση- ενός νέου είδους επιστήμονα, απόλυτα εξειδικευμένου και αποτελεσματικού στην εκτέλεση συγκεκριμένων «καθηκόντων» αλλά, συχνότατα, στερημένου κάθε γενικότερης παιδείας ακόμα και στον άμεσο περίγυρο του αντικειμένου του. Ο μη διανοούμενος επιστήμονας. Ο τεχνικός της επιστήμης» (σελ. 119). Που πάει να πει, δηλαδή, μια από τις σημαντικότερες αιτίες της «παράλογης» στάσης έναντι της επιστήμης στην εποχή μας είναι ένας ορισμένος επιστημονισμός, τόσο αφιλοσόφητος που καταντάει αδιάφορος και … αντιεπιστημονικός.
Γιατί είμαστε καταδικασμένοι να αναζητούμε νόημα στα πράγματα. Γιατί, ακόμα κι αν το σύμπαν είναι εδώ χωρίς κανένα σκοπό, οι προσπάθειες του είδους να δώσει ένα νόημα στη δική του, τουλάχιστον, θέση μέσα σε αυτό δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσουν. Ο Τραχανάς μιλάει για ένα «παράξενο είδος υλιστικής μεταφυσικής- μιας μεταφυσικής χωρίς θεό», αναγκαίο στο εγχείρημά μας να καταλάβουμε τον κόσμο, βρίσκοντας νόημα, έστω, στην ίδια την αναζήτηση.  Το συνδέει, μάλιστα, με το ερώτημα για την ύπαρξη κι άλλων νοημόνων όντων «εκεί έξω» , καθώς και με το επόμενο: γιατί δεν έχουν κάνει αισθητή την παρουσία τους;
Δεδομένου, δε, πως η δυνατότητα εμφάνισης ζωής στο σύμπαν είναι «εγγεγραμμένη» στην ίδια τη μορφή των θεμελιωδών φυσικών νόμων να πώς το επερωτά: Πού είναι; «Γιατί δεν έχουν κάνει ακόμα αισθητή την παρουσία τους […] αφού η τεχνολογική πρόοδος –αν κρίνουμε από το γήινο παράδειγμα- αναμένεται να είναι εκθετικά γρήγορη μετά την ανακάλυψη των νόμων του μικρόκοσμου; Και δεδομένου ότι ένας εξωγήινος τεχνολογικός πολιτισμός μπορεί να είναι όχι μόνο εκατομμύρια αλλά και δισεκατομμύρια χρόνια παλαιότερος από τον δικό μας, είναι δυνατόν να μην έχει απλωθεί στο σύμπαν, έστω κι αν οι κοσμικές αποστάσεις είναι πολύ μεγάλες; Ένα δισεκατομμύριο χρόνια δεν είναι αρκετά για να διασχίσει ένα τέτοιο είδος τις αποστάσεις λίγων χιλιάδων ετών φωτός μέσα στο γαλαξία μας ή έστω κάποιων εκατομμυρίων ετών φωτός ανάμεσα στον δικό μας και τους γειτονικούς γαλαξίες;» (σελ. 130). Κι αν ισχύει η πιο δραματική από τις πιθανές απαντήσεις; Αν, για να θυμηθούμε τον Φέρμι που πρώτος αναρωτήθηκε, με τον τρόπο αυτό, where are they?, ισχύει πως κανείς από τους τεχνολογικούς πολιτισμούς, που γεννήθηκαν πριν από μας, δεν μπόρεσε να «ενηλικιωθεί» αρκετά γρήγορα, ώστε να αποφύγει μια ολοσχερή καταστροφή, από την ίδια την εκπληκτική ανάπτυξη της τεχνικής του. Να αποφύγει ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα, π.χ., ή μια ολοκληρωτική οικολογική καταστροφή;
Αν, λοιπόν, η εξήγηση για τη «μη συνάντηση» σε ένα σύμπαν που, κατά τ’ άλλα, σφύζει από νοήμονα ζωή είναι η «μοίρα» να μην συνδυάζεται συγχρονικά η γνώση με τη σοφία; Αν;
Παράλληλα, ο Τραχανάς ασχολείται με ανάλογα ζητήματα σχετικά με την ηθική αξία της επιστήμης, που δεν είναι άλλη από τον ενδιάθετο αντιδογματισμό της, καθώς και  με τη σχέση του ευρύτερου κοινωνικού συγκείμενου με τις προσίδιες επιστημονικές εξελίξεις[1].
***
Ξεκίνησα να παρουσιάσω το δεύτερο μέρος, για να μου μείνει στο τέλος το πρώτο. Το οποίο, κατά τη γνώμη μου, περιέχει κάποια από τα καλύτερα κείμενα που έχουν γραφεί στην ελληνική γλώσσα αναφορικά με τη Φυσική. Το κεφάλαιο που αναφέρεται στην τομή που αποτέλεσε ο Γαλιλαίος, με την εκτεταμένη και συνεκτική εφαρμογή της πειραματικής μεθόδου, την υποστήριξη της πεποίθησης πως τόσο η «φθαρτή» γήινη πραγματικότητα όσο και η αιώνια ουράνια οδηγούνται από τους ίδιους νόμους, οι οποίοι, επιπλέον, μπορούν να διατυπωθούν μαθηματικά, στο μέτρο που τα μαθηματικά είναι η κατεξοχήν γλώσσα που μιλάει η φύση, είναι υπόδειγμα και από την άποψη του τρόπου έκθεσης. Ο Τραχανάς, μιμούμενος τον ίδιο το Γαλιλαίο, εκθέτει τις ιδέες του διαλογικά και πολύ αποτελεσματικά.
Το ίδιο κάνει και στην πραγμάτευση του ερωτήματος σχετικά με την ελληνική κληρονομιά στην επιστήμη. Όπου αναδεικνύει την αλήθεια της διαπίστωσης πως δύο από τις θεμελιώδεις ιδέες πάνω στις οποίες στήθηκε η Φυσική –η ατομική υπόθεση και η ιδέα ενός νόμου που διέπει την κίνηση- είναι κατεξοχήν ελληνικές ιδέες. Κι όσο κι αν ισχυρίζεται πως «[η] καλή διδασκαλία αποδίδει κυρίως σ’ εκείνες τις ευτυχείς περιπτώσεις όπου είναι … περιττή», προφανώς εξαιτίας της αξίας του μαθητή, αυτά τα κεφάλαια συνιστούν μια εξαιρετική διδακτική πρόταση.

***

Το φάντασμα της όπερας, όμως, απογειώνεται εξ αρχής. Νομίζω πως το πρώτο κείμενο του βιβλίου είναι και το καλύτερο. Αντικείμενό του η αρχή της αβεβαιότητας, διατυπωμένη από τον Χάιζενμπεργκ το 1927. Θέμα με το οποίο, κατά την άποψη του Τραχανά και δικαίως, δεν νοείται να μην είναι σχετικά εξοικειωμένος οποιοσδήποτε μορφωμένος άνθρωπος στην εποχή μας.
Γιατί, χωρίς την αρχή της αβεβαιότητας στα θεμέλια της φυσικής πραγματικότητας, το σύμπαν θα ήταν σίγουρα νεκρό. Γιατί, δηλαδή, αυτή «κρύβεται» πίσω από όλες τις βασικές φυσικές προϋποθέσεις «που επιτρέπουν στο σύμπαν να φτάσει στην αυτογνωσία» (σελ. 23).
Χωρίς την αρχή της αβεβαιότητας τα άτομα και τα μόρια δεν θα είχαν την αναγκαία και για την ύπαρξη της ζωής σταθερότητα. Επιπλέον, ούτε ο κατάλληλος ήλιος να ακτινοβολεί για δισεκατομμύρια χρόνια, διαμορφώνοντας σ’ έναν πλανήτη του βιοφιλικές συνθήκες θα υφίστατο. Και, τελικά, το ίδιο το σύμπαν δεν θα διέθετε την καταλληλότητα, που στην περίπτωσή του εντοπίζεται στην αναγκαία ελάχιστη ανομοιομορφία, ώστε να δημιουργηθούν οι κοσμικές δομές  -γαλαξίες, αστέρες, πλανήτες- που γνωρίζουμε και αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για την βιολογική παρουσία και εξέλιξη. Τι λέει η αρχή της αβεβαιότητας; Το εξής παράδοξο: τα σφάλματα στον προσδιορισμό των τιμών των βασικών φυσικών μεγεθών δεν μπορούν να μειώνονται ταυτόχρονα. Που πάει να πει, π.χ., πως όταν μετράμε την θέση και την ορμή ενός συστήματος, η όλο και καλύτερη γνώση της θέσης μειώνει τη γνώση μας αναφορικά με την ορμή.
Θα είναι λάθος, ωστόσο, να νομίσει κάποιος από τα προηγούμενα πως το «πρόβλημα» εντοπίζεται στην μετρητική μας αδυναμία, ότι, δηλαδή, αφορά την περιορισμένη μας ικανότητα να προσεγγίζουμε την «δεδομένη» πραγματικότητα του κόσμου, η οποία εκτυλίσσεται «εκεί έξω» νομοτελειακά και αναπόφευκτα, ανεξάρτητα από τη δική μας αδυναμία. Η αρχή της αβεβαιότητας έχει ένα πολύ περισσότερο οντολογικό νόημα. Αυτό που πραγματικά ισχυρίζεται είναι πως ένα φυσικό σύστημα με ακριβέστατα ορισμένη θέση μπορεί, με τυχαίο τρόπο, να έχει πολύ διαφορετικές τιμές στην ορμή του. Προσοχή: δεν είναι η γνώση μας αβέβαιη, αλλά η ίδια η φύση!
«Αβέβαιη φύση», κυριαρχία του αστάθμητου, του απροσδιόριστου κλίναμεν, για να θυμηθούμε και τον Επίκουρο. Το φάντασμα της όπερας τέτοια πραγματεύεται και με εξαιρετικό τρόπο.

[1] Το τελευταίο με αφορμή την έκδοση: Θ. Αραμπατζής –Κ. Γαβρόγλου (επιμ.),  Η κρίση στη Φυσική και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης –Η πολιτισμική ιστορία της Κβαντικής Θεωρίας, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2012

Δεν υπάρχουν σχόλια: