11/7/15

Το δημοψήφισμα ως γενική βούληση

ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΙΟΥΠΚΙΟΛΗ

Thomas Schütte, What a Shine, 1999-2001, εγκατάσταση, από την έκθεση του καλλιτέχνη που ολοκληρώνεται σήμερα στην γκαλερί Bernier/ Eliades (Επταχάλκου 11, Θησείο)


Κατά την αντίληψη του Rousseau, στη λειτουργία της δημοκρατίας η γενική βούληση αποσκοπεί στο γενικό συμφέρον μιας κοινότητας πολιτών. Το ελληνικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου δείχνει πώς αυτό το συμφέρον δεν είναι ούτε κάτι αντικειμενικά δεδομένο που μένει να ανακαλυφθεί με ορισμένες διαδικασίες, ούτε κάτι που συμπίπτει απλώς με τη βούληση της πλειοψηφίας, η οποία μπορεί να λάβει αποφάσεις που αποδεικνύονται συν τω χρόνω επιζήμιες για το συμφέρον της κοινότητας. Το γενικό συμφέρον κατασκευάζεται ενεργά μέσα από δημόσιες εκφράσεις της γενικής βούλησης, οι οποίες έχουν έναν ανεξάλειπτα επιτελεστικό χαρακτήρα. Δημιουργούν, δηλαδή, αυτό που ονομάζουν∙ όπως κατά την Judith Butler η πρόταση-έγκληση «είσαι αγόρι» παράγει μια έμφυλη ταυτότητα για ένα νεαρό υποκείμενο, υπάγοντάς το σε συγκεκριμένους κανόνες του φύλου.
Η εν λόγω επιτέλεση, ωστόσο, δεν πραγματοποιείται με μαγικό και παντοδύναμο τρόπο τη στιγμή μιας πρώτης εκφώνησης, η οποία «γεννά» πράγματα και καταστάσεις ονοματίζοντάς τα. Η αρχική στιγμή της κατονομασίας δηλώνει μάλλον την έναρξη μιας διαδικασίας κοπιώδους δημιουργίας, με διάρκεια στον χρόνο και πιθανότητες αποτυχίας. Στην περίπτωση του δημοψηφίσματος, συγκροτεί ένα γενικό συμφέρον το οποίο απαιτεί από εδώ και στο εξής συστηματική δράση, σχέδιο, προσπάθεια και ευτυχείς συγκυρίες για να καταστεί πράγματι συμφέρον για την κοινωνική πλειοψηφία.
Η γενική βούληση εκδηλώνεται συχνά με μια γενική διακήρυξη («όχι στη συνέχιση της λιτότητας που επιβάλλουν οι δανειστές») η οποία γίνεται εκ των πραγμάτων πεδίο αγώνων εκπροσώπησης και αντικείμενο αντικρουόμενων ερμηνειών, λόγω της γενικότητάς της που θα πρέπει να συγκεκριμενοποιηθεί σε ειδικές και μεταβλητές συνθήκες. Θα είναι έργο της κοινωνικής κίνησης, λοιπόν, να δείξει στην πράξη, με τις μαζικές πρωτοβουλίες και με την αποφασιστικότητά της, αν η κοινωνική στράτευση και η ενεργός συμμετοχή σε αμεσοδημοκρατικές πρακτικές, καθώς και το πλειοψηφικό «Όχι», σημαίνουν τη βούληση για αντίσταση στον σύγχρονο καπιταλισμό και τις ολιγαρχίες του, και τη θέληση για μια άλλη, συμμετοχική και κοινωνική δημοκρατία. Θα είναι έργο της κεντρικής κυβέρνησης και της ηγεσίας της να δείξουν αν η άμεση προσφυγή στην ετυμηγορία των πολιτών ήταν απλώς ένας ελιγμός ή μια απόπειρα χειραγώγησης ή μια έκφραση της συνειδητοποίησης ότι ουσιαστική δημοκρατική αλλαγή δεν μπορεί να επέλθει σήμερα χωρίς την πλατιά και ελεύθερη κοινωνική συμμετοχή στη διακυβέρνηση, η οποία θα πρέπει να διευρυνθεί και να θεσμοποιηθεί συστηματικά.

Παρότι η δημοσιοποίηση της γενικής βούλησης μέσα από θεσμούς άμεσης δημοκρατίας αποτελεί μια ύψιστη εκδήλωση της λαϊκής κυριαρχίας, η γενική βούληση και η λαϊκή κυριαρχία δεν συνιστούν έναν καθαρό βολονταρισμό. Δεν είναι, δηλαδή, η εμφάνιση εκ του μηδενός μιας πανίσχυρης δύναμης που φτιάχνει τον κόσμο όπως θέλει, σύμφωνα με την υπόθεση μιας ορισμένης θεολογίας του Λαού που αντικατέστησε με αυτόν την ιδέα του παντοδύναμου Θεού. Γιατί, προφανώς, η Vox Populi των πολιτών της Ελλάδας αποτελεί τώρα μία μόνον δύναμη, η οποία πολύ απέχει από το να είναι η ισχυρότερη, σε έναν ευρύτερο συναστερισμό δυνάμεων. Αλλά και γιατί το «Όχι» της απαντοχής σε συνθήκες τρομοκράτησης ήταν προϊόν υποκειμενικών βουλήσεων που είχαν σφυρηλατηθεί από καιρό σε ποικίλα διαφορετικά πλαίσια. Μεταξύ άλλων, στις πολιτικές οργανώσεις της αριστεράς και των διεκδικήσεών της, στις συνθήκες της οξείας επισφάλειας πολλών που οδήγησαν σε μια πάλη διαρκείας με τον φόβο εν μέσω κρίσης, αλλά και στα πιο πρόσφατα κινήματα της αγανάκτησης και της αναζήτησης μιας άλλης δημοκρατίας, τα οποία είχαν τη μεγαλύτερη απήχηση στη νεολαία και αντικατοπτρίστηκαν στο δικό της μαζικό Όχι. Αυτή είναι μια υπόθεση που αξίζει να θυμόμαστε και να τιμούμε στην πράξη. Τόσο οι αντιστάσεις όσο και οι θετικές δημοκρατικές διεκδικήσεις της κοινωνίας δεν είναι το θαύμα μιας ξαφνικής επιφοίτησης ή της καθοδήγησης από μια χαρισματική (ή τυχερή) ηγεσία. Είναι απότοκος μακρόχρονων και επίμοχθων κοινωνικών κινήσεων μέσα στις καθημερινότητες των πολλών. Στο Όχι της 5ης Ιουλίου αντήχησαν ξανά οι φωνές της κοινωνικής αγανάκτησης και αυτο-οργάνωσης, οι οποίες ξεπερνούν τα οποιαδήποτε σχέδια πολιτικών ηγεσιών, δίνουν τα δικά τους νοήματα στις πολιτικές διαδικασίες και κάθε άλλο παρά έχουν εξαφανιστεί. Αυτό έγινε σε πείσμα όσων διέγραψαν τις πλατείες των Αγανακτισμένων του 2011 ως πολιτικά ασήμαντες, αδύναμες, χαώδεις, επικίνδυνες και φευγαλέες «οριζοντιότητες», οι οποίες δεν μπορούν να επιτύχουν πολιτικά αποτελέσματα χωρίς εκπροσώπηση στο πολιτικό σύστημα και χωρίς ιεραρχικές μορφές οργάνωσης και διακυβέρνησης. Για μία ακόμη φορά, φαίνεται ότι ισχυρές εκφορές της δημοκρατικής κυριαρχίας και πράξης προκύπτουν από πολύμορφες και αντιφατικές συζεύξεις μεταξύ κάθετης εκπροσώπησης-διακυβέρνησης και άμεσης κοινωνικής αυτενέργειας, και ότι η κοινωνική κινητοποίηση λειτουργεί με άλλους χρόνους και σε άλλα επίπεδα, αλλά φέρει μια δική της αποτελεσματικότητα που μπορεί να είναι ιδιαίτερα κρίσιμη.
Η γενική βούληση δεν εμφανίζεται ως ενιαία αλλά ως διαιρεμένη, όταν η πληθώρα των διαφορών που εμπερικλείει δεν είναι δυνατόν να συμβιβαστούν και, ιδίως, όταν το γενικό συμφέρον επιδιώκεται, μέσα σε καθεστώτα μεγάλων ανισοτήτων και κυριαρχίας, όπου οι πολλοί καλούνται να αντιμετωπίσουν ισχυρές μερικότητες - τις προνομίες και τις εξουσίες ολίγων. Σε τέτοιες περιστάσεις, η δημοκρατική βούληση απαιτεί πρωτίστως τη συστράτευση των πολλών εναντίον των ολίγων, η οποία είναι η κύρια δύναμη της πλειοψηφίας απέναντι σε κατεστημένες μειοψηφίες με εδραία οικονομική, πολιτική και κοινωνική ισχύ. Και ένα βασικό διακύβευμα εν προκειμένω αφορά το πώς ο πολιτικός ανταγωνισμός για την ανατροπή της κυριαρχίας των ολίγων θα είναι και ριζικός και δυνατός ώστε να αποβεί νικηφόρος, αλλά δεν θα εκτραπεί σε έναν πόλεμο, όπου και οι ολίγοι είναι πιθανόν σήμερα να έχουν συντριπτική υπεροπλία αλλά και μια θεμελιώδης συνθήκη της σύγχρονης ισοελευθερίας θα καταλυθεί - το βασικό πλαίσιο των ίσων συνταγματικών ελευθεριών.
Συνεπώς, για να δοθεί συνέχεια σε αυτή την αρχόμενη στιγμή της λαϊκής κυριαρχίας, για να επιτελεστεί σήμερα η γενική βούληση και το γενικό συμφέρον που εκφώνησε και άρχισε να δημιουργεί, θα απαιτηθούν πολλαπλοί αγώνες, συμμετοχική δημοκρατία, κοινωνική αυτο-οργάνωση, ανθεκτικότητα, δημιουργικότητα, και μια δυσχερής διατήρηση λεπτών ισορροπιών. Μια μαχητική και αποφασισμένη αντιπαράθεση με τις ελίτ καλείται να προασπίσει παράλληλα το δημοκρατικό πλαίσιο και τα συνταγματικά δικαιώματα, όχι μόνο ή κυρίως από παρεκτροπές των πολλών αλλά και από τις επιβουλές των ολίγων προς όφελος των δικαιωμάτων όλων – και των ολίγων. Αν η δημοκρατία είναι γεμάτη παράδοξα, η λαϊκή κυριαρχία γίνεται πράξη στον βαθμό που διαχειρίζεται δημιουργικά και αποφασιστικά αυτά τα παράδοξα χωρίς απλώς να τα προσπερνά ή να επιδιώκει να τα συντρίψει, καταστρέφοντας έτσι τον θεμελιώδη της όρο, τη δημοκρατία.

Ο Αλέξανδρος Κιουπκιολής διδάσκει πολιτικές θεωρίες στο ΑΠΘ

Δεν υπάρχουν σχόλια: