29/11/15

Παιδευτικές χρήσεις του επιχειρήματος

ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Απόστολος Καραστεργίου, Χωρίς Τίτλο (Μόρα), μολύβι σε χαρτί, 35 x 50 εκ.


ΦΙΛΗΜΩΝ ΠΑΙΟΝΙΔΗΣ, Στοιχεία Κριτικής Επιχειρηματολογίας, Εκδόσεις Ζήτη, Θεσσαλονίκη, σελ. 110

Όποιος έχει αντιμετωπίσει κατάματα τη δυσκολία να διδάξει τους φοιτητές και τις φοιτήτριές του πώς να διαβάζουν ένα κείμενο και πώς να γράφουν ξέρει ότι η αντιμετώπιση της δυσκολίας προϋποθέτει να γνωρίζει αυτός που διδάσκει το πώς σχημάτισε, μορφοποίησε και οργάνωσε τον δικό του τρόπο ανάγνωσης. Εάν κατέχει τη διαδικασία παραγωγής και διαμόρφωσης της δικής του ανάγνωσης, τότε συχνά καταφέρνει να δείξει ότι η κριτική ανάγνωση ενός κειμένου προϋποθέτει και απαιτεί να το διαβάζουμε με οδηγό ένα πρόβλημα. Μόνο τότε μπορούμε να εντοπίσουμε ποια θέση διατυπώνεται στο κείμενο σε σχέση με αυτό το πρόβλημα και ποιο επιχείρημα στηρίζει αυτή τη θέση. Όταν πρέπει να δείξουμε, κατά τη διδασκαλία, πώς διαβάζουμε και πώς γράφουμε ένα κείμενο, δεν μπορούμε παρά να κινηθούμε στον μεθοδολογικό, οδικό άξονα: πρόβλημα, θέση, επιχείρημα. Τα παραπάνω δεν εστιάζουν – ούτε και εξαντλούνται – στο να δίνουν οδηγίες και κατευθύνσεις για το πώς θα πρέπει να γράφουν ο φοιτητής και η φοιτήτρια ένα κείμενο, συνήθως μια πανεπιστημιακή εργασία ή μία σύντομη γραπτή άσκηση που θα αφορά κάποιο κείμενο. Κάτι τέτοιο θα ήταν απλώς ένα σύνολο από συνταγές, εμπειρικού χαρακτήρα, όπως αυτό που χαρακτηρίζει τη σχολική έκθεση ιδεών. Αυτό που θα έπρεπε να διδάσκεται ο φοιτητής δεν είναι το πώς θα εφαρμόζει σωστά τις συνταγογραφημένες οδηγίες, αλλά το πώς ο ίδιος θα γίνει τεχνίτης και κατασκευαστικός δημιουργός του δικού του κειμένου, της δικής του πανεπιστημιακής εργασίας. Αυτό, συχνά, σημαίνει ότι οι φοιτητές και οι φοιτήτριες ξεκινούν από στερεότυπα που ήδη γνωρίζουν και έχουν αποδεχθεί και, τις περισσότερες φορές, τα έχουν εμπεδώσει σε τέτοιον βαθμό, ώστε να τα θεωρούν εντελώς προφανή και, φυσικά, να τα εκλαμβάνουν και να τα υπερασπίζονται ως αδιαμφισβήτητα δεδομένα.

Τι μπορεί να μας βοηθήσει στην αντιμετώπιση των παραπάνω; Εάν στραφούμε στο ότι θέλουμε να μάθουμε στον φοιτητή και τη φοιτήτρια πώς θα γίνουν τεχνίτες-δημιουργοί των κειμένων τους, τότε θα πρέπει να τους δείξουμε την κριτική ανάγνωση και την κριτική γραφή. Θα πρέπει να καταλάβουν ότι και οι δύο αξιώνουν να ξεκινάμε πάντοτε από ένα πρόβλημα. Αυτό ισχύει και όταν εντοπίζουμε ένα πρόβλημα, κατά την κριτική ανάγνωση ενός κειμένου, ώστε, μετά, να αναζητήσουμε τη θέση που διατυπώνεται σε σχέση με αυτό και το επιχείρημα που της παρέχει την απαιτητέα δικαιολογητική της υποστήριξη, και όταν θέτουμε εμείς το πρόβλημα, ορίζοντάς το με τη μέγιστη δυνατή σαφήνεια, και διατυπώνοντας τη θέση που υποστηρίξουμε, σε σχέση με αυτό, αναπτύσσοντας το επιχείρημά μας. Η κριτική ανάγνωση, καθώς και η σύνταξη και συγγραφή ενός κριτικού κειμένου, κινούνται πάντοτε ανάμεσα στου δύο όρους που συστήνουν τη συζυγία «πρόβλημα-επιχείρημα». Έτσι, καθίσταται δυνατή ο κριτικός έλεγχος και η συνακόλουθη ανασκευή αναμφίλεκτων παραδοχών, που είναι δήθεν φυσικές, προφανείς και αυτονόητες, ατράνταχτων στερεοτύπων και αδιαμφισβήτητων κοινών τόπων.
***
Η αξία του βιβλίου του Φιλήμονα Παιονίδη φαίνεται, εάν εξετάσουμε τη δουλειά του μέσα στο ανωτέρω πλαίσιο, δηλαδή στο πεδίο της συμπλοκής των προβλημάτων που ανέφερα, των αξιώσεων για τον χειρισμό και την αντιμετώπισή τους, αλλά και τον συναφή προς την τελευταία παιδευτικό στόχο. Η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτεί και τη χρήση των κατάλληλων μέσων. Τέτοιο μέσο είναι η άσκηση στη σύνταξη και τη χρήση επιχειρημάτων. Εφόσον, όπως προσπάθησα να δείξω στα προηγούμενα, ο παιδευτικός στόχος είναι η κατάκτηση του να μπορεί ο φοιτητής να διαβάζει ένα κείμενο, κατανοώντας τον σχηματισμό του κειμένου, αλλά και έχοντας επίγνωση του πώς ο ίδιος οργανώνει τη δική του ανάγνωση και εφόσον αυτός ο στόχος προτάσσεται παράλληλα με την επιδίωξη ο φοιτητής να μάθει πώς θα γράφει το δικό του κριτικό κείμενο, τότε δεν μπορεί παρά να αναζητήσουμε τις παιδευτικές χρήσεις του επιχειρήματος. Σε αυτό το σημείο, θα χρειαστούμε το βιβλίο του Φιλήμονα Παιονίδη.  Το βιβλίο διαιρείται σε επτά μέρη, καθένα από τα οποία περιλαμβάνει τους ορισμούς των κυριοτέρων εννοιών, καθώς μορφές ανάπτυξης και χρήσης επιχειρημάτων. Ο συγγραφέας ξεκινά με τον ορισμό της έννοιας της κριτικής επιχειρηματολογίας. Εξηγεί την αναγκαιότητα και τη χρησιμότητά της, καθώς και τα πεδία στα οποία η αναδεικνύεται αυτή η αναγκαιότητα. Στη συνέχεια, ο ορίζει την ίδια την έννοια «επιχείρημα», ενώ εκθέτει το πώς καθίσταται δυνατή η εύρεση, η ανασυγκρότηση, αλλά και η αξιολόγηση των επιχειρημάτων. Ως προς την τελευταία, εκτός από την ενότητα του βιβλίου που περιγράφει και διακρίνει τις μορφές των επιχειρημάτων, είναι σημαντική και η ενότητα που αφορά τον ορισμό, αλλά και όλα τα προβλήματα που προκύπτουν από την ασάφεια ή την κυκλικότητα ενός ορισμού.
Ο συγγραφέας συνδέει τα παραπάνω με την αναζήτηση και εύρεση των κανόνων που θα πρέπει να διέπουν τον διυποκειμενικό διάλογο και την ευρύτερη δημόσια διαβούλευση. Η τελευταία είναι το κατεξοχήν πεδίο της δημόσιας  χρήσης του λόγου. Είναι το πεδίο της ευρετικής, ελεγκτικής και κριτικής λειτουργίας της ίδιας της δημοκρατίας και του επιστημικού της περιεχομένου, αλλά και της αγωνιστικής-συγκρουσιακής της διάστασης. Η κριτική επιχειρηματολογία είναι μέρος και των δύο αυτών πτυχών. Είναι αναγκαία και για την ευρετική των επιχειρημάτων διαδικασία και για τον έλεγχο των προκαταλήψεων, των στερεοτύπων και του, κάθε φορά, αδιαμφισβήτητου προφανούς, αλλά και για τη σύγκρουση των πεποιθήσεων, των προτάσεων, των ιδεών. Το επιχείρημα υπάρχει εκεί όπου υπάρχει δημοκρατία. Η δημοκρατία διευρύνεται, εμπλουτίζεται και δυναμώνει εκεί όπου αναπτύσσεται ανεμπόδιστα η κριτική επιχειρηματολογία ως ουσιαστικό περιεχόμενο και δυνατότητα της δημόσιας χρήσης του λόγου και της έλλογης, πρακτικής διαβούλευσης. Σε αυτό το πλαίσιο, η κριτική επιχειρηματολογία, όπως μας δείχνει, στο βιβλίο του, ο Φιλήμων Παιονίδης μάς προσφέρει τη δυνατότητα να συσχετίζουμε τις περί του πρακτέου κρίσεις και πεποιθήσεις μας με εκείνες των άλλων. Έτσι, μπορούμε  να ελέγχουμε αν έχουμε υποπέσει σε πλάνη ή αν όντως είναι ορθές παραδοχές μας. Η κριτική επιχειρηματολογία, ως πυρήνας της δημόσιας χρήσης του λόγου, στη δημοκρατία μάς δίνει τη δυνατότητα να φέρνουμε τον εαυτό μας στη θέση του άλλου και να εξετάζουμε τις απόψεις μας και από αυτή τη θέση. Με αυτό τον τρόπο, μας εφοδιάζει με τα κριτικά μέσα, για να κατανοήσουμε ότι οι ταυτότητές μας ούτε φυσικές είναι ούτε αυτονοήτως προφανείς, αλλά ότι είναι κατασκευαστικά αποτελέσματα. Η κριτική επιχειρηματολογία, δηλαδή, μας παρέχει τη δυνατότητα να κρίνουμε και τα υλικά και τη διαδικασία της κατασκευής, άρα να έχουμε κριτική εποπτεία αυτού του αποτελέσματος, το οποίο, συχνά, συμπίπτει με το σύνολο των παραδοχών, των προεννοήσεων που βρίσκονται στις προϋποθέσεις αυτών των παραδοχών, αλλά και στον πυρήνα της πρακτικής μας δραστηριότητας. Η κριτική επιχειρηματολογία είναι η κατεξοχήν πρακτική μας δραστηριότητα και αυτό μάς επαναφέρει στο πρώτο μέρος αυτής της βιβλιοκρισίας, το οποίο τονίζει την παιδευτική αξία του βιβλίου του Φιλήμονα Παιονίδη.


Ο Στέφανος Δημητρίου διδάσκει Πολιτική Φιλοσοφία στον Τομέα Φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Δεν υπάρχουν σχόλια: