4/12/16

Η παρακμή της αυτοκρατορίας

ΤΟΥ ΙΟΡΔΑΝΗ ΚΟΥΜΑΣΙΔΗ

Νίκος Χουλιαράς, Νύχτα, 1988, ακρυλικό, 48 x 56 εκ.


ΦΙΛΙΠ ΜΑΓΙΕΡ, Αμερικάνικη σκουριά, Μετάφραση Κωνσταντίνος Ματσούκας, εκδόσεις Καστανιώτη, σελ.

Τα τελευταία χρόνια διαβάζουμε όλο και περισσότερους συγγραφείς που επιλέγουν ως σκηνικό δράσης την αμερικάνικη ενδοχώρα, ως έκκεντρη αντίστιξη με τις πολυεξιστορούμενες μητροπόλεις όπως είναι η Νέα Υόρκη ή το Λος Άντζελες. Πέραν του Τζόναθαν Φράνζεν και ασφαλώς του Κόρμαν Μακ Κάρθυ, πεζογράφοι όπως η Αν Πρου διαβάζονται πλέον και εκτός ΗΠΑ.
Η επιλογή της αμερικάνικης ενδοχώρας ως αφηγηματικό σκηνικό ακολουθεί την παράδοση συγγραφέων όπως ο Φώκνερ, η Κάρσον ΜακΚάλλερς, με ορόσημο βέβαια το Ontheroad – Στο Δρόμο του Τζακ Κέρουακ.Το ίδιο τοπίο εμφανίζεται όλο και περισσότερο και στον αμερικάνικο κινηματογράφο της τελευταίας δεκαπενταετίας, σε φιλμ που βρίσκουν διανομή και κοινό στην Ευρώπη – ενδεικτικά, Νεμπράσκα,Η γη της ελευθερίας, Μην Ξαναγυρίσεις(οι δύο τελευταίες μάλλον συγκροτούν μια νέα αμερικανική περίοδο του Βιμ Βέντερς σαν συνέχεια του Παρίσι-Τέξας) ενώ είχαν προηγηθεί το Γλυκό Πεπρωμένο, το Καφέ Βαγδάτη κ.ο.κ. Δίνω έμφαση και στις κινηματογραφικές αναφορές καθώς στο σελιλόιντ η αμερικανική ενδοχώρα εμφανίζεται περίπου ως  πρωταγωνίστρια, ως κυρίαρχη εικόνα. Θέτω μια επιπλέον ειδολογική διάκριση,βάζοντας στην άκρη τα μυθιστορήματα που γράφτηκαν (και συνεχίζουν να γράφονται) με πεδίο αναφοράς και δράσης τον αμερικάνικο Νότο, αλλά είχαν ως θεματικό επίκεντρό τους το φυλεκτικό ζήτημα.
Ο Φίλιπ Μάγιερ, λοιπόν, ανήκει στη νεότερη γενιά αμερικάνων πεζογράφων (γεν. το 1974). Η Αμερικάνικη Σκουριά υπήρξε από τα πιο πολυσυζητημένα μυθιστορήματα στο γύρισμα της δεκαετίας που διανύουμε–ενδεικτικά, ο Guardian το αποκάλεσε χαρακτηριστική φωνή από το μαλακό υπογάστριο της Αμερικής.

Ο Μέγιερ γνωρίζει καλά το κόστος των μετακινήσεων και την άβυσσο που χωρίζει μητροπόλεις και περιφέρεια στις ΗΠΑ: σε ηλικία πέντε ετών μετακόμισε από τη Νέα Υόρκη στο Μέριλαντ της Βαλτιμόρης και, όπως αναφέρει ο ίδιος σε συνέντευξή του στον NewYorker, ‘‘παρότι η Βαλτιμόρη είχε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά εγκληματικότητας, μεγάλωσα ακούγοντας πόσο επικίνδυνη είναι η Νέα Υόρκη’’. Η άφιξή του, θυμίζω, το 2009, στο συγγραφικό στερέωμα χαιρετίστηκε ως άκρως ελπιδοφόρα (οι NewYorkTimes μάλιστα είχαν προδημοσιεύσει το πρώτο κεφάλαιο της Αμερικάνικης Σκουριάς συν μια θετικότατη κριτική της Μιτσίκο Κακουτάνι). Σε γενικές γραμμές, η αγγλόφωνη κριτική μοιάζει να τον συνδέει κυρίως με τον Στάινμπεκ (παρότι το περίφημο Μοντερέι ανήκει στην πολιτεία της Καλιφόρνια, πράγματι οι ιστορίες του Στάινμπεκ έχουν άρωμα ενδοχώρας καθότι το ζήτημα δεν είναι αυστηρώς γεωγραφικό) και –από νεότερους- τον Κόρμαν ΜακΚάρθυ, κυρίως της Τριλογίας των Συνόρων. Θα προσέθετα τις εκλεκτικές συγγένειες και με τον Δρόμο του τελευταίου.
Επί της πλοκής: δύο νεαροί 20χρονοι παραμένουν εγκλωβισμένοι στην καταγωγική τους κωμόπολη, το Μπούελ της Πενσιλβάνια, τόπος που καταρρέει μέρα με τη μέρα λόγω της αποβιομηχανοποίησης και που σπρώχνει τους κατοίκους του στην κάθε λογής παραβατικότητα. Η παρακμή μιας αυτοκρατορίας, λεν, συνήθως ξεκινά από τις παρυφές της, και στο εν λόγω μυθιστόρημα, αλλά και στην πραγματικότητα, τούτο επιβεβαιώνεταιˑ στην αμερικάνικη επαρχία οι low-paidjobsείναι ο κανόνας: ο μόνος εργοδότης που κάνει προσλήψεις είναι το WalMart. Παραδόξως, η μεταφορά της πρωτογενούς παραγωγής στην Ασία, ξεκίνησε από την ίδια τη μητρόπολη της παγκοσμιοποίησης, την ίδια την Αμερική.
 Οι δύο νεαροί, λοιπόν, έχουν τελειώσει το λύκειο αλλά εξ αιτίας οικογενειακών λόγων δεν συνέχισαν στο πανεπιστήμιο. Είναι εντελώς αντίθετοι σε σωματοδομή και χαρακτήρα: ο Μπίλυ Πόε, σωματώδης, ονειρεύεται (και ύστερα από λίγο το ξεχνά, για να το επαναφέρει αργότερα, τις στιγμές που στριμώχνεται) καριέρα σε ομάδαράγκμπυ, ταυτόχρονα με μια υποτροφία σε αθλητικό πανεπιστήμιο. Ο Άιζακ είναι μικρός το δέμας, αλλά ιδιαίτερα ευφυής, κιόλος ο περίγυρός του αναμένει ν’ αναχωρήσει για ένα καλό πανεπιστήμιο, όπως έπραξε λίγα χρόνια πριν η αδερφή του. Θα παραμείνει όμως στο Μπούελ, κυρίως για να φροντίζει τον καθηλωμένο σε καροτσάκι πατέρα του.
Οι δύο νεαροί σχεδιάζουν και πράττουν ημιτελείς αποδράσεις (από τον εαυτό τους;), ώσπου σε μία απ’ αυτές θα βρεθούν μπλεγμένοι σε μια δολοφονία. Έτσι, στην ιστορία εμφανίζονται κι άλλοι χαρακτήρες, όλοι στα όρια του δραματικού τους πεπρωμένου – ξεχωρίζω ως ιδιαίτερα παρασταστικό τον αστυνόμο Χάρις.
Αναφορικά με τους τρόπους αφήγησης, ο Μάγιερ επιλέγει την τριτοπρόσωπη,  όχι όμως με τον συνηθισμένο τρόπο: το κάθε υποκεφάλαιο έχει ως επίκεντρο έναν από τους χαρακτήρες, χωρίς ο χαρακτήρας να είναι κι ο αφηγητής. Επιπλέον, συχνά χρησιμοποιεί εμβόλιμα και για μερικές λέξεις ή φράσεις μόνο και μια ψευδο-πρωτοπρόσωπη, συνήθως όταν ο εκάστοτε χαρακτήρας διερωτάται για κάτιαπευθυνόμενος στον εαυτό του. Αποτέλεσμα: η προσαρμοσμένη αφήγηση λειτουργεί εξαιρετικά.
Ορισμένες στιγμές η εξιστόρησηεπιβραδύνεται, σκαλώνει στις ενδοσκοπήσεις των ηρώων -νομίζω πως η ανακοπή του ρυθμού αφήγησης προς χάρην ενδοσκοπήσεων και ψυχικών περιγραφών εξελίσσεται σε κατάρα της συγκαιρινής μας πεζογραφίας, μαζί με τη λογόρροια ασφαλώς.Eξαιρετικά δομημένοι οι λοιποί χαρακτήρες του μυθιστορήματος, ειδικά ο αστυνόμος Χάρις στον οποίον προαναφερθήκαμε. Εξαίρετη τοπιογραφία σε συνδυασμό με ολοκληρωμένους χαρακτήρες: να ένα δίπολο για την ευδοκίμηση ενός μυθιστορήματος υψηλών αξιώσεων.Συμπεραίνω πως έχουμε να κάνουμε, όντως, μ’ ένα σημαντικό μυθιστόρημα κι έναν σημαίνοντα συγγραφέα.
Η Αμερικανική σκουριά κατορθώνει να είναι πολιτικό μυθιστόρημα (για την ακρίβεια: μυθιστόρημα πολιτικού ενδιαφέροντος) ακριβώς επειδή είναι ανθρωπολογικό. Θέλω να πω, δεν πρόκειται για ένα μυθιστόρημα ίντριγκας ή που αφορά τη σήψη της πολιτικής εξουσίας, όπως έχει γίνει της μοδός εσχάτως.Στο βιβλίο τα κατ’ εξοχήν πολιτικά στοιχεία είναι όσα εννοούνται από την κατάρρευση του Americandream: οι παρενέργειες της ανεργίας, το αδιέξοδο, ο θυμός, οι σπαταλημένες ζωές. Με άλλα λόγια, η πολιτική όπως εμφανίζεται (ήυποκρύπτεται) στις ζωές των ανθρώπων που δεν έχουν τον χρόνο, τη διάθεση, τις ικανότητες να στοχαστούν πάνω στην πολιτική φιλοσοφία και/ή στη φύση της εξουσίας. Δεν μπορούμε, εν τούτοις, να παραβλέψουμε κι ένα άλλο στοιχείο, το οποίο μάλιστα αποτελεί την κινητήριο δύναμη της πλοκής: εκείνο της φιλίας.
Μόλις εκδόθηκε στα ελληνικά και ο Γιος, το επόμενο μυθιστόρημα του Μάγιερ που κυκλοφόρησε στην Αμερική το 2013. Πρόκειται για μια πολυσέλιδη σάγκα όπου μέσα από την πορεία μιας οικογένειας, ανατέμνεται η δύσκολη σχέση λευκών-ινδιάνων στις Ηνωμένες πολιτείες από τα μέσα του 19ου αιώνα κι έπειτα. Ο Μάγερ χρησιμοποιεί και στον Γιο το σταθερό μοτίβο μιας βασανιστικής πορείας ενός νεαρού στην αμερικανική ενδοχώρα, παρά τα πάρα πολλά χρόνια που χωρίζουν τα δύο αφηγηματικά τοπία. Και τα δύο μυθιστορήματα έχουν κατακτήσει πλήθος βραβείων – εάν αυτό σημαίνει κάτι ιδιαίτερο για την αξία τους. Θ’αναμένουμε μ’ ενδιαφέρον το τρίτο.

Ο Ιορδάνης Κουμασίδης είναι δρ Φιλοσοφίας

Δεν υπάρχουν σχόλια: