11/6/17

Γιάννης Σκαρίμπας

ΤΗΣ ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΚΩΣΤΙΟΥ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ, Το Βατερλώ δυο γελοίων. Δράμα σε τρεις πράξεις (1939), φιλολογική επιμέλεια-επίμετρο Λάμπρος Βαρελάς, εκδόσεις Νεφέλη, σελ. 288

Από το άφαντο μυθιστόρημα στο κατορθωμένο θεατρικό κείμενο

Είναι κοινός τόπος της κριτικής ότι ο Σκαρίμπας υπήρξε ένας εξαιρετικά ανήσυχος συγγραφέας, συχνά αναξιόπιστος και σχεδόν πάντα απατηλός, όσον αφορά τη σχέση του κατορθωμένου έργου του με τις προθέσεις του. Η συγγραφική του συμπεριφορά δοκιμάζει την ερμηνευτική ετοιμότητα του αναγνώστη, ενώ μέσα στο «συνθετικό κύκλωμα» που είναι το έργο του, αναγνωρίζει κανείς ένα σύμπαν αληθοφανές παρά τη συνήθως παράλογη σύλληψη που το γέννησε, πρωταγωνιστές ιδιότυπους αλλά αναγνωρίσιμους, που αναβιώνουν από έργο σε έργο και δημιουργούν μια παράξενη αίσθηση οικειότητας στον αναγνώστη εις πείσμα των μη ρεαλιστικών όρων της ύπαρξής τους. Απόρροια της ανησυχίας του είναι και ο πειραματισμός με την ειδολογική ταυτότητα των έργων του, χαρακτηριστικό άλλωστε όλης της γενιάς στην οποία βιολογικά ανήκει, αλλά όχι σε τέτοια έκταση. Ο συγγραφέας, συνεπής στην ενιαία και συνεκτική μυθολογία του, μεταπλάθει τα ίδια θέματα που πρώτα στερεώθηκαν στην πεζογραφία του, σε ποιήματα ή σε θεατρικά έργα. Κάποτε έχει κανείς την εντύπωση ότι το θέμα είναι το πρόσχημα για να δοκιμάσει ο συγγραφέας τα όρια και τους όρους της λογοτεχνικής της αποτύπωσης: έτσι, το επεισόδιο του θανάτου του Μαριάμπα από το ομώνυμο έργο θεματοποιείται στο θεατρικό έργο «Η γυναίκα του Καίσαρος» (1942), πρόδρομη, κατοχική  μορφή του έργου «Ο ήχος του κώδωνος» (1950), το μυθιστόρημα Το σόλο του Φίγκαρω (1939), μεταγράφεται στο διήγημα «Ένα στυλ Πομπαδούρ» (1950) που ξεναδημοσιεύεται το 1973 επεξεργασμένο ξενά με τίτλο «Κομμωτής κυριών», ενώ δραματοποιείται στο θεατρικό έργο Το σημείο του σταυρού (1980), το διήγημα «Petroleum e dijelmen Company», μεταπλάθεται στο θεατρικό έργο Ο σεβαλιέ σερβάν της Κυρίας (1971), τα διηγήματα «Ο θείος μ’ απ’ τη Γκιώνα» (1976) και «Φιγουραζέρ κυριών» (1966) συμπτύσσονται στο θεατρικό έργο Η κυρία του τραίνου (1980),  ενώ συχνά ποιήματά του εμφανίζονται σαν παραφυάδες του πεζογραφικού του έργου. Εξάλλου, η θεατρικότητα της πρόζας του είναι βασικό χαρακτηριστικό της ιδιοπροσωπίας του ως πεζογράφου και σχετίζεται άμεσα με το γεγονός ότι ενώ τα θεατρικά του έργα έχουν περιπέσει στη λήθη, αρκετά πεζογραφικά του έργα, μυθιστορήματα ή διηγήματα έχουν διασκευαστεί για το θέατρο. Το ζήτημα απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση και, ασφαλώς, η πρόσφατη έκδοση ενός άγνωστου έργου του, επιμελημένη με γνώση και αρτιότητα, που εύλογα προσδοκά κανείς όταν την επιμέλεια υπογράφει ο συνάδελφος Λάμπρος Βαρελάς, εμπίπτει στην ιδιότυπη συμπεριφορά του Σκαρίμπα, όπως περιγράφηκε παραπάνω, και φωτίζει τη συγγραφική ιδιοπροσωπία του.

Την ύπαρξη μιας πρώτης άφαντης μορφής του μυθιστορήματος Το Βατερλώ δυο γελοίων με τίτλο Χαλκίδα ή Το Βατερλώ δυο γελοίων την γνωρίζουμε από τη «Σημείωση του ποιητή» στην πρώτη του ποιητική συλλογή Ουλαλούμ (1936), ένα χρόνο μετά την έκδοση του μυθιστορήματος Μαριάμπας (1935). Ένα χρόνο αργότερα, το έργο διαφημίζεται στο περιοδικό  Νεοελληνικά Σημειώματα, που εξέδιδε ο ίδιος. Στη θρυλική συνέντευξή του του 1937 στον Θαλή Προδρόμου σχολιάζει τη σχέση του κεντρικού ήρωα του νέου του έργου, του Πιττακού, με τον Μαριάμπα, τον κεντρικό ήρωα του προηγούμενου έργου του. Όπως προκύπτει από νέα στοιχεία που προσκομίζει ο Βαρελάς από την έκδοση της αλληλογραφίας του Σκαρίμπα με την Κατίνα Μπάιλα και τον Αντώνη Σιδερή (Τάσος Αθ. Καλαθέρης, Άγνωστες επιστολές του Γιάννη Σκαρίμπα στην Κατίνα Μπάιλα, στον Αντώνη Σιδερή και στους δυο τους (1930-1936), Χαλκίδα, Ελφήνωρ, 2014) ο συγγραφέας κάνει λόγο για νέο του μυθιστόρημα με τίτλο «Πιττακός», προφανώς πρόπλασμα του μυθστορήματος «Χαλκίδα ή το Βατερλώ δυο γελοίων». Και ενώ σύμφωνα με τις παραπάνω δηλώσεις και άλλα στοιχεία που καταθέτει ο Βαρελάς στο εκτενές «επίμετρο του επιμελητή», οι αναγνώστες περιμένουν το νέο του μυθιστόρημα με τίτλο «Χαλκίδα ή το Βατερλώ δυο γελοίων», τον Μάρτιο του 1939 κυκλοφορεί το μυθιστόρημα Το σόλο του Φίγκαρω. Για χρόνια οι μελετητές του έργου του αναρωτιόνταν γιατί ο Σκαρίμπας άλλαξε το εκδοτικό του σχέδιο και τι περιλάμβανε το άφαντο μυθιστόρημα, μιας και ήταν φανερό από τα σχόλια του συγγραφέα ότι οι πρωταγωνιστές του έργου αυτού συγγένευαν με το μυθιστόρημα Το σόλο του Φίγκαρω  και όχι με το μυθιστόρημα που γνωρίζουμε, το οποίο εκδόθηκε είκοσι χρόνια αργότερα με τίτλο Το Βατερλώ δυο γελοίων (1959).
Όταν το 1995 επισκέφτηκα την εγγονή του συγγραφέα στη Χαλκίδα και ενώ είχα σχεδόν τελειώσει την περιδιάβαση στον σωρό με τα αποκόμματα και τα χειρόγραφα του αρχείου του, η πάντα πνευματικά εγρήγορη κ. Ελένη Σκαρίμπα μου ενεχείρισε ένα δακτυλόγραφο με διαγραφές και αρκετές διαστρωματώσεις γραφής, με τίτλο «Το Βατερλώ δυο γελοίων» και με προφανώς μεταγενέστερη επισημείωση στο εξώφυλλό με μπλε μαρκαρδόρο «αποτυχημένο – ; –-νομίζω» και συγχρόνως «Το καλό», που, όπως αποδείχτηκε, ήταν η θεατρική μετάπλαση του άφαντου μυθιστορήματος. Το δακτυλόγραφο ενεχείρισα με τη σειρά μου στον Λάμπρο Βαρελά παρακαλώντας τον να το παρουσιάσει στο αφιέρωμα στον Σκαρίμπα που ετοίμασα το 1996 για το περ. Περίπλους  (τχ. 44, Μάρτ.-Ιούν. 1997, 53-67), αφού  την ίδια εποχή ο συνάδελφος ολοκλήρωνε τη διδακτορική διατριβή του για τη μεγάλη πνευματική διαμάχη πρωτεύουσας και επαρχίας, που έλαβε χώρα στον Μεσοπόλεμο, όπου ο Σκαρίμπας έπαιξε έναν διόλου αμελητέο ρόλο (Η αντιμετώπιση λογοτεχνικών και πνευματικών κινήσεων της ελληνικής επαρχίας (1929-1940), Θεσσαλονίκη 1997). Ο Βαρελάς από τότε συνέδεσε την αλλαγή εκδοτικού προσανατολισμού του Σκαρίμπα με τις επιθέσεις που δέχτηκε ο συγγραφέας από αρκετούς ομοτέχνους του λόγω της συμμετοχής του στην παραπάνω διαμάχη, σε μια εποχή δυναμικής εμφάνισης του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα. Όσον αφορά την επιλογή του Σκαρίμπα επισημαίνει: «[ο Σκαρίμπας] κυοφόρησε την ιδέα να προχωρήσει στα άκρα του πειραματισμούς του στην πεζογραφία γράφοντας ένα μυθιστόρημα υπερμοντέρνο, στα όρια ανοχής και αντοχής των κριτικών και του αναγνωστικού κοινού. Έτσι, πιθανόν και πάλι, το παλιότερο μυθιστόρημά του Χαλκίδα ή Το Βατερλώ δυο γελοίων φαινόταν πλέον πιο συμβατικό και δεν εξυπηρετούσε τις νέες επιδιώξεις του και γι’ αυτό ανέστειλε την έκδοσή του προκειμένου να προτάξει τη νέα σύλληψη. Οι αναφορές του έργου στις υποσημειώσεις του Σόλο του Φίγκαρω αποδεικνύουν ότι δεν το είχε αποσύρει οριστικά, αλλά ότι σκόπευε να το τυπώσει  αργότερα. Στην πορεία, όμως, φαίνεται πως αντιλήφθηκε ότι δεν εξυπηρετούσε τους συγγραφικούς στόχους του η έκδοσή του, αφού έτσι θα ακύρωνε την πρωτοτυπία του τελευταίου μυθιστορήματός του».
Δεν είναι ασφαλώς η πρώτη ή η μόνη φορά που ο Σκαρίμπας προεξαγγέλλει μια δημοσίευση/έκδοση που δεν θα γίνει ποτέ. Αρκεί να θυμίσω το «ρομάντζο», όπως το αποκαλεί ο ίδιος, «Η Ντόνα Μία Πορτολές» και τη «συρρεαλιστική» ποιητική συλλογή Μυωπία βαθμών τεσσεράμισι, που δεν εκδόθηκε ποτέ, και που ένα ελάχιστο ίχνος της βρέθηκε στο αρχείο του. Ούτε είναι η πρώτη φορά που από ένα μυθιστότημα αναδύεται, σε νέα επεξεργασία, ένα θεατρικό έργο. Όσοι αγαπάμε τον Σκαρίμπα ελπίζουμε πως μας περιμένουν νέες εκπλήξεις, σαν αυτές που καταγράφει κυριολεκτικά επί του πιεστηρίου ο Βαρελάς, σύμφωνα με πληροφορία του Συμεών Σταμπουλού: στο αρχείο της λογοτέχνιδος Ελένης Αργέστη, που, όπως και η ίδια μου είχε πει, γνώριζε καλά τον Σκαρίμπα, σώζονται σε δακτυλόγραφη μορφή τρία θεατρικά έργα: Ο Πάτερ Συνέσιος (το οποίο εκδόθηκε το 1980), και τα άγνωστα Μαριάμπας, δράμα σε τέσσερες πράξεις (1938) και Γαλατάδες, δραματική κωμωδία σε τέσσαρες πράξεις (1957-1958).
Αλλά για να ξαναγυρίσω στην έκδοση: έξω από την πολύ χρήσιμη παρακολούθηση της σταθερής σχέσης του Σκαρίμπα με τη συγγραφή θεατρικών έργων, ενταγμένης στο πλαίσιο της προσωπικής και της συλλογικής ιστορίας, ο Βαρελάς διερευνά τα μοτίβα και τις επιρροές που δέχτηκε ο Σκαρίμπας παρακολουθώντας την ιλιγγιώδη πλοκή του έργου και κυρίως την ανθρωπογεωγραφία του και τις συνάψεις της με τα άλλα έργα του Σκαρίμπα. Επίσης, σε παράρτημα τυπώνει τις δύο προδημοσιεύσεις του Σκαρίμπα: η πρώτη του 1936 από το άφαντο μυθιστόρημά του «Πιττακός», και η δεύτερη από το μυθιστορηματικό πρόπλασμα του θεατρικού έργου «Χαλκίδα ή το Βατερλώ δυο γελοίων» του 1937, αποτυπώνουν την πορεία της νόησης του  συγγραφέα. Πρόκειται για μια έκδοση που φανερώνει τη φιλολογική  αρτιότητα του επιμελητή της και για ένα έργο που φωτίζει αρκετά σκοτεινά σημεία του μυθιστορήματος Το σόλο του Φίγκαρω, αλλά και τη δαιδαλώδη συγγραφική διαδρομή του Σκαρίμπα. Αναμφίβολα, η έκδοση αυτή πλουτίζει σημαντικά τη γνώση μας του έργου του αμείωτα αινιγματικού Χαλκιδαίου.

Η Κατερίνα Κωστίου διδάσκει Νεοελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Πατρών

Ειρήνη Γεωργοπούλου, Topos, non topos

Δεν υπάρχουν σχόλια: