11/2/18

Οι αινιγματικές όψεις της ελπίδας

ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΜΟΙΡΑ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΚΡΙΔΑΚΗΣ, Όλα για καλό, εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 234
    
Ο τίτλος του νέου μυθιστορήματος του Γιάννη Μακριδάκη δίνει το στίγμα των αφηγηματικών προθέσεων του συγγραφέα. Αισιόδοξη προβολή στο μέλλον, ευχή από καρδιάς, απόσταγμα λαϊκής σοφίας, θετική προαίρεση, ένδειξη ψυχικού σθένους, άδολη πίστη, εγκαρτέρηση και ελπίδα ή όλα αυτά μαζί, σε κάθε περίπτωση τα πρόσωπα της ιστορίας αντέχουν στα πισώπλατα χτυπήματα της μοίρας. Δεν δείχνουν διατεθειμένα να υποκύψουν στην αδράνεια, την παραίτηση και την υποταγή. Ενώ χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους, εξεγείρονται και στρατεύονται ολόψυχα σε αλληλέγγυες δράσεις και πρακτικές. Ενώ παραπαίουν από ψυχικούς κλυδωνισμούς, κινητοποιούνται και απαντούν στις προκλήσεις των καιρών. Και αυτή η στωική, φιλοσοφημένη και ταυτόχρονα ενεργητική και δυναμική στάση ζωής διαποτίζει σαν υπόγεια φλέβα νερού όλη την πλοκή.
Ο συγγραφέας καθορίζει τον τόπο και το χρόνο. Συναρθρώνει οργανικά και λειτουργικά το παρελθόν με το παρόν, το τότε με το τώρα, το εδώ με το εκεί φωτίζοντας με ένα διαφορετικό τρόπο το οξύ πρόβλημα της ανθρωπιστικής κρίσης που θέτει σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης το νησί και τους κατοίκους του. Υφαίνει τον ιστό της αφήγησης επινοώντας αναλογίες, παραλληλίες και αντιστίξεις ανάμεσα στους ξένους μετανάστες και στους Χιώτες συντοπίτες του, καθώς φέρνει στο προσκήνιο ξεχασμένες ιστορίες ξεριζωμών, διωγμών και εκπατρισμών που συνέβησαν στον ιστορικό χρόνο και λησμονήθηκαν. Ανασύρει μισοχωμένα στο σκοτάδι της λήθης και της ενοχής ανθρώπινα δράματα και αναμοχλεύει αμφίβολες κοινωνικές πρακτικές, την ίδια στιγμή που οι πρόσφυγες φθάνουν κοπαδιαστά από την γειτονική χώρα στα παράλια του νησιού διαπλέοντας το Αιγαίο, κυνηγημένοι και απελπισμένοι, θαλασσοδαρμένοι και εξαντλημένοι, για να βρουν καταφύγιο και φιλόξενη γη.

Ο αφηγητής είναι ένας κανονικός άνθρωπος, πολιτικά ακέραιος και κοινωνικά ευαίσθητος και όχι μια στερεοτυπική αναπαράσταση της αρρενωπότητας, της φιλευσπλαχνίας και του θάρρους. Ένας σχεδόν αντιήρωας που κατακυριεύεται από ενοχές, αναστολές και κρίσεις πανικού μπροστά στο μυστήριο του έρωτα, της γέννησης και του θανάτου. Κάποιος που δειλιάζει μπροστά στις δυσκολίες, αλλά τις παλεύει φιλότιμα. Ενεργός και μάχιμος, στέκεται στο πλευρό των προσφύγων που έχουν την ανάγκη του παρόλο που η προσωπική του ζωή φυλλοροεί και καταρρέει από την οδύνη ενός πρόσφατου χωρισμού. Μια ασέληνη κρύα νύχτα, ενώ περιπολεί με μια νεοφερμένη όμορφη Βερολινέζα εθελόντρια στις έρημες ακτές για να εντοπίσει ακυβέρνητες βάρκες και ναυαγούς, θα βρει νεκρό τον Μουεζίν. Έναν άτυχο πρόσφυγα, πρόσφατα πνιγμένο και ξεβρασμένο από τα κύματα στην παραλία με πολλά δολάρια επάνω του. Η ξαφνική έμπνευση του να χρησιμοποιηθούν τα χρήματα αυτά «για καλό», ώστε να στηθεί ένα κοινωνικό μαγειρείο για τη σίτιση των προσφύγων στο παλιό εγκαταλειμμένο από χρόνια λεπροκομείο, θα αποτελέσει το έναυσμα για να αρχίσει να ξετυλίγεται το κουβάρι της ιστορίας και της μνήμης. Την αφορμή ώστε μια σειρά από αξεδιάλυτα αινίγματα και ανείπωτα για χρόνια μυστικά να έρθουν στην επιφάνεια ανατρέποντας τις εδραιωμένες βεβαιότητες και τον εφησυχασμό όλων.
Το μυθιστόρημα εξελίσσεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο συστήνονται τα πρόσωπα που συνδέονται με τον αφηγητή και εξιστορούνται όλα όσα θα συμβούν στο διάστημα του ενός μηνός που διαρκεί η αφήγηση, ενώ στο δεύτερο δίνονται οι απαντήσεις για τα περίεργα και απίστευτα συμβάντα που έχουν προηγηθεί. Ο χρόνος της αφήγησης είναι πυκνός όπως και τα καταιγιστικά γεγονότα που βάζουν σε κατάσταση συναγερμού τη μικρή νησιωτική κοινότητα. Αλήθειες και ψέματα, κιτρινισμένα έγγραφα και σκονισμένα αρχεία, σκοτεινές αποκαλύψεις, απωθήσεις και αποσιωπήσεις θα φέρουν τα πάνω-κάτω στη ζωή των κατοίκων του χωριού διαταράσσοντας τον ειρηνικό και ασφαλή μικρόκοσμό τους.
Δίπλα στον αφηγητή συντάσσονται τα άλλα πρόσωπα της ιστορίας. Ένας παράξενος, γοητευτικός και φευγάτος άντρας, ένας πρώην καλόγερος, αναχωρητής και ερημίτης, που ζει απομονωμένος στα όρια του οικισμού. Μια βασανισμένη ψυχή που εκτίει την ισόβια ποινή που επέβαλε ο ίδιος στον εαυτό του για την τύφλωση που προκάλεσε άθελά του σε ένα παιδί όταν ήταν νεαρός. Ένας ηλικιωμένος ψυχωμένος καπετάνιος που συμμετέχει με το καΐκι του κάθε βράδυ στις διασώσεις των προσφύγων τιμώντας το γεγονός ότι κι εκείνος γεννήθηκε σ’ ένα στρατόπεδο στο Χαλέπι της Συρίας από τους πρόσφυγες πολέμου γονείς του και η καλόγνωμη γυναίκα του. Η δραστήρια γριά μαία του χωριού που γνωρίζει τα πάντα και ο βαρήκοος άντρας της, και η αλληλέγγυα Ελληνογερμανίδα που έχει έρθει από την πατρίδα της για να βοηθήσει τους μετανάστες, αλλά στην πραγματικότητα ψάχνει τις ρίζες της και τα αποτυπώματα των προγόνων της στον τόπο. Και από κοντά ο συντηρητικός παπάς του χωριού με τα ξενοφοβικά κηρύγματά του, ένα νεαρό ζευγάρι εθελοντών και μια ετοιμόγεννη κοπέλα από τη Συρία με τον άντρα της.
Δύο παράξενοι θάνατοι, δύο πολιτικές κηδείες, μια απρόσμενη χαρμόσυνη γέννηση στο αναστυλωμένο λεπροκομείο και κάποια τελετουργικά φαγοπότια θα φέρουν κοντά όλους αυτούς τους ανθρώπους με τα διαφορετικά βιώματα. Θα αποκαλύψουν απρόσμενες συγγένειες και δεσμούς ανάμεσα σε πρόσωπα και καταστάσεις που μοιάζουν φαινομενικά άσχετες και ασύμβατες. Σ’ αυτήν την ιστορία που η σύγκλιση και η συμπόρευση των διαφορετικών γενεών, των ξένων και των οικείων, του χθες και του σήμερα επιτρέπει την συνάντηση και την όσμωση ενός άγνωστου παρελθόντος με ένα ρευστό και αβέβαιο παρόν. Και ενώ το δυσοίωνο και το ευοίωνο, το καλό και το κακό, το δεινό και το ευφρόσυνο εναλλάσσονται, ο συγγραφέας με επίκεντρο το ερειπωμένο και λησμονημένο άσυλο των λεπρών οργανώνει την αρχιτεκτονική κατασκευή της αφήγησης ανασκαλεύοντας τη συλλογική μνήμη. Υπενθυμίζοντας στον αναγνώστη την ευθραυστότητα της ανθρώπινης συνθήκης.

Η Μαρία Μοίρα είναι αρχιτέκτονας και διδάσκει στο ΤΕΙ της Αθήνας       

Βαγγέλης Γκόκας, Άτιτλο, 2017, λάδι σε ξύλο, 25 x 20 εκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: