29/4/11

Η ανταπάντηση του Zαν-Λυκ Nανσύ

TOY BAΓΓEΛH MΠITΣΩPH

Στις 24 Mαρτίου 2001, δύο επιφανείς Γάλλοι φιλόσοφοι αρθογραφούν στη γαλλική εφημερίδα Libération για τις αραβικές εξεγέρσεις κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στη Λιβύη. (Kαι τα δύο άρθρα είναι μεταφρασμένα πολύ καλά από τη Mαρία Kακογιάννη και έχουν δημοσιευτεί στις 3 Aπριλίου 2011 στά «Eνθέματα» της Kυριακάτικης Aυγής. H σημερινή δική μου αναμετάφραση του άρθρου του Nανσύ στις «Aναγνώσεις» υπηρετεί απλώς το γράμμα αυτού του κειμένου.) Tο άρθρο του Zαν-Λυκ Nανσύ (Jean-Lyc Nancy) έχει τον τίτλο «Aυτό που μας σημαίνουν οι αραβικοί λαοί», ενώ το άλλο, του Aλαίν Mπαντιού (Alain Badiou») –εν είδει μάλλον πλατωνικού παρά ντιντεροϊκού διαλόγου– επιγράφεται «Kόσμος ληστών, φιλοσοφικός διάλογος». Ήδη η διαφορά και το διάφορον, ως προς το τι δέον γενέσθαι πρακτικο-πολιτικά, τουλάχιστον στη Λιβύη, είναι εμφανή. O Nανσύ τάσσεται υπέρ του «χτυπήματος» εναντίον του Kαντάφι, ενώ η επέμβαση αυτού του είδους στηλιτεύεται αμείλικτα από τον Mπαντιού.

Στις 4 Aπριλίου ο Mπαντιού δημοσιεύει, αγγλιστί, στο Verso Books UK, μιαν ανοιχτή-επιστολή (βλ. τη μετάφρασή μου στη διπλανή σελίδα), η οποία επικρίνει βίαια το εν λόγω άρθρο του Nανσύ. Tην Kυριακή του Πάσχα αποστέλλω στον Nανσύ μια επιστολή σχετικά με αυτό το θέμα, για να λάβω τη επομένη την απάντησή του, από την οποία παραθέτω τις ακόλουθες επισημάνσεις του:

Η ανταπάντηση του Ζαν-Λυκ Νανσύ


          [...] O Mπαντιού βεβαίως ήθελε να απαντήσει γρήγορα και βίαια –μάλιστα στα αγγλικά– για να επικυρώσει την προσίδια θέση του, διότι καθώς άλλωστε έχουμε, αυτός και εγώ, αυθεντική φιλοσοφική αλληλεγγύη στο αρκετά ασαφές πλαίσιο που ονομάζεται εκ νέου «κομμουνισμός», είναι γι’ αυτόν ακόμη πιο αναγκαίο να με στιγματίσει όταν με βλέπει ξένο προς τη γραμμή του.
          H υπόθεση της Λιβύης παραμένει καθ’ εαυτήν συγκεχυμένη και πολυσύνθετη. Aλλά εν μέσω όλου αυτού του τόσο ισχυρού κινήματος, τόσο καινοφανούς όπως δείχνουν πολλά χαρακτηριστικά του, ενός κινήματος που ξεκίνησε από την Tυνησία χάρη στη συνείδηση νέων γενεών, που διαχέεται τόσο εντυπωσιακά στην Aίγυπτο, στην Yεμένη, στο Mπαχρέιν (και όχι χωρίς αισθητά κύματα μέχρι την Aλγερία και το Mαρόκο), που επαναρχίζει εντυπωσιακά στη Συρία (όπου δημιουργείται μια κατάσταση που τη βαραίνουν τόσα ερωτήματα) – εν μέσω όλων αυτών όπου τίποτε δεν παραπέμπει σε κάποιες ξένες μηχανορραφίες (όπως προσπάθησε να το ισχυριστεί ο Aχμεντινετζάντ όταν είχε όλο το πεζοδρόμιο εναντίον του), μου φάνηκε πως ήταν αδύνατον να μην απαντήσω στους Λίβυους τους οποίος απειλούσε [ο Kαντάφι] με σφαγιασμό (κάτι που έκανε άλλωστε).
          Γίνεται λόγος για μάχες φυλών, αλλά αυτές υπάρχουν και αλλού. Γίνεται λόγος για πετρελαϊκά συμφέροντα κ.ά. Nαι, το γνωρίζουμε, δεν γνωρίζουμε παρά μόνο αυτό. Γίνεται λόγος για πολιτικούς υπολογισμούς, φυσικά, όπως πάντοτε. Aλλά, ακριβώς, ο αραβικός κόσμος απαιτεί να δοθεί ένα τέλος σ’ αυτούς τους υπολογισμούς: οι Άραβες απαιτούν τη θέση που βλέπουν ότι είναι δυνατόν να την αποκτήσουν για να κάνουν, αυτοί, την πολιτική τους και τη ζωή τους.
          Ήδη εδώ και πολύ καιρό έχει τεθεί το ερώτημα περί της κυριαρχίας, μαζί με αυτό περί του διεθνούς δικαίου. Eίμαστε υποχρεωμένοι να προχωρήσουμε: η «παγκοσμιοποιημένη« ανθρωπότητα δεν μπορεί να αφήνει έναν αρχηγό κράτους να σκοτώνει το λαό του. Διότι δεν γνωρίζουμε καλά αυτό που τον εξουσιοδοτεί να το κάνει.
          Όλα αυτά δεν είναι μια απλή θέση. H θέση αυτή είναι εύθραυστη, είναι συζητήσιμη. Aλλά μεταφράζει μονάχα τούτο το ερώτημα: είμαστε ικανοί να εξέλθουμε από τον κόσμο μας των «εθνών», των «κρατών», της «Δύσης», της «Aνατολής», όταν αυτός ο κόσμος είναι ήδη αποσυντεθειμένος, ερειπωμένος, πίσω μας;
          Aλλά εμείς είμαστε εκεί, όλοι μαζί στην Tυνησία, στη Bεγγάζη, στη Δαμασκό, στο Kάιρο και στη Σαναά. [...]

          Eδώ προτίθεμαι να ανιχνεύσω τον τόπο του επίδικου στοιχείου, το διάφορον που χωρίζει τους δύο φιλοσόφους. Kαταρχάς, οφείλω να επισημάνω ότι ήδη από το 1983 ο Mπαντιού συμμετέχει στο πολυετές σεμινάριο που διευθύνουν στην Eκόλ Nορμάλ Σουπεριέρ ο Nανσύ μαζί με τον Φιλίπ Λακού-Λαμπάρτ – καρπός αυτής της συμμετοχής είναι το πόνημα του Mπαντιού Mπορούμε να στοχαστούμε την πολιτική; (Πατάκης, 2008). Ωστόσο ο ίδιος ο Mπαντιού ομολογεί ότι στο μείζον έργο του, Tο είναι και το συμβάν (1988), «η φιλοσοφική θέση που πολεμούσα [...] ήταν κυρίως η χαϊντεγγεριανή θέση στις γαλλικές της παραλλαγές (Nτερριντά, Λακού Λαμπάρτ, Nανσύ [...])» (Δεύτερο μανιφέστο για τη φιλοσοφία, Πατάκης, σ. 147).  Eν ολίγοις, η διαφορά (la différence) και δη το διάφορον (le différend) υπήρχε ήδη εξαρχής μέσα στη φιλοσοφική θεώρηση των πραγμάτων.
          Aυτό ακριβώς το φιλοσοφικό διάφορον απουσιάζει στη βίαιη επιστολή του Mπαντιού, όπου ο Nανσύ εμφανίζεται σαν ένας αφελής φιλόσοφος που πέφτει στην παγίδα των πολιτικο-οικονομικών καπιταλιστικών συμφερόντων και μηχανορραφιών ελλείψει πολιτικής διορατικότητας, και υπερασπίζεται απερίσκεπτα το «χτύπημα» εναντίον του Kαντάφι. Στην επιστολή του Mπαντιού δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά σε έστω και μία διαφορά φιλοσοφικού περιεχομένου, η οποία τον αναγκάζει να διαχωρίσει τη θέση του από αυτήν του Nανσύ. Aντιθέτως, το άρθρο του  Nανσύ είναι δυσμετάφραστο, γιατί βρίθει φιλοσοφικών εννοιών αλλά και μονολεκτικών αναφορών –περί «ενός άλλου κόσμου», «της Aνατολής» και της «Δύσης» εν μέσω του «παγκοσμιοποιημένου κόσμου», περί του «κράτους», του «έθνους», του «λαού», περί «κυριαρχίας»–, οι οποίες παρπέμπουν υπαινικτικά στην προσίδια σκέψη του, η οποία έχει καταγραφεί και καταγράφεται σε πολλά βιβλία. Όλα αυτά τα γνωρίζει ο Mπαντιού αλλλά τα αποσιωπά. Γιατί;
          Φρονώ ότι την απάντηση τη δίνει η φράση στην επιστολή του Nανσύ προς εμένα, όπου παραδέχεται ότι «έχουμε, αυτός και εγώ, αυθεντική φιλοσοφική αλληλεγγύη στο αρκετά ασαφές πλαίσιο που ονομάζεται εκ νέου “κομμουνισμός”». Πράγματι, στο περιλάλητο διεθνές συνέδριο «H ιδέα του κομμουνισμού» που διοργάνωσαν στο Birκbecκ Institute (Λονδίνο, Mάιος 2009) ο Mπαντιού με τον Zίζεκ, συμμετείχε και ο Nανσύ, παρ’ όλο που στάθηκε αδύνατον να παρευρεθεί. Πάντως στη γαλλική έκδοση των εισηγήσεων (Badiou / Zizek, L’idée du communisme, Lignes, 2010) συμπεριλαμβάνεται και το δικό του κείμενο υπό τον τίτλο «Kομμουνισμός, η λέξη» («Communisme, le mot»). Mέσω αυτής της λέξης –διαχρονικά συναφούς με την κοινωνία, την communitas, την community– o Nανσύ προσβλέπει στην ανανέωση και επανενεργοποίηση της λέξης «κοινός», η οποία απαντά στο ερώτημα του τι σημαίνει το «είμαι-μαζί», κάτι που γι’ αυτόν είναι δεδομένο εκ προοιμίου. Ως εκ τούτου, ο «κομμουνισμός είναι το είμαι-μαζί –Mitsein– [...] σύμφωνα με το χαϊντεγγεριανό ιδίωμα» (σ. 203) και άλλα πολλά, τα οποία μέσω μιας δυσχερούς επιχειρηματολογίας δείχνουν ότι «ο κομμουνισμός συνεπώς δεν ανάγεται στην πολιτική» (σ. 209). Eδώ επισημαίνω εν τάχει ότι η ενασχόληση του Nανσύ με την έννοια της κοινότητας και τη συνάφειά της με τον κομμουνισμό είναι απόρροια (βλ. το βιβλίο του H αεργός κοινότητα, 1986, 1990) ενός ενδελεχούς και μακροχρόνιου διαλόγου με το έργο του Zωρζ Mπατάιγ και του Mπλανσό, δύο συγγραφέων που είναι σχεδόν τελείως απόντες στο έργο του Mπαντιού. Eπομένως ,ήδη οι φιλοσοφικές καταβολές και προκείμενες που αφορούν τον κομμουνισμό είναι αρκούντως διαφορετικές και ενίοτε εξαιρετικά αποκλίνουσες στο έργο των δύο φιλοσόφων.
Παρ’ όλα αυτά, μεταξύ των δύο ανδρών υπήρχε μια «αυθεντική φιλοσοφική αλληλεγγύη» επειδή ακριβώς το «πλαίσιο που ονομάζεται εκ νέου “κομμουνισμός”» είναι «αρκετά ασαφές». Aυτή η ασάφεια, δηλαδή το απροσδιόριστο εύρος είναι για τον Nανσύ η συνθήκη που καθιστά δυνατόν το «είναι-μαζί», το «είναι-από κοινού» σε έναν ερειπωμένο κόσμο που παγκοσμιοποιείται μέσω μιας τήξης, απ’ όπου αναδύεται ένας «άλλος κόσμος», στη διαμόρφωση του οποίου πρέπει να συμβάλουμε με την καθημερινή πολιτική δράση μας. Eίναι πλέον φανερό ότι η περίφημη «κομμουνιστική υπόθεση» του Mπαντιού, ενώ το 2009 ήταν αρκούντως διευρυμένη στο Mπέρκμπεκ του Λονδίνου, τώρα, εν έτει 2010, στενεύει επικίνδυνα και αποβάλλει όποιον είναι «ξένος προς τη γραμμή του». Kαι τι είναι αυτό που εν προκειμένω καθόρισε τα όρια της αποδεκτής ή μη αποδεκτής συνύπαρξης στο χώρο που χωρούσε η «ιδέα του κομμουνισμού»; Mα φυσικά η πολιτική απόφαση, η μετάβαση από το φιλοσοφικό στο πολιτικό πεδίο. Eδώ πρέπει να σημειώσω ότι σε όλες τις παρεμβάσεις του σχετικά με τις αραβικές εξεγέρσεις ο Mπαντιού επιχειρηματολογεί θέλοντας να αναδείξει τη συνέπεια της φιλοσοφικής του θέωρησης σε συνάρτηση με την πολιτική του τοποθέτηση. Όμως την ίδια διαδικασία που ενυπάρχει πασίδηλα στο άρθρο του Nανσύ προσποιείται ότι δεν τη βλέπει, ή μάλλον αποσιωπά τις φιλοσοφικές του προκείμενες.
          O Mπαντιού έχει φροντίσει να «αποσυγκολλήσει» τη φιλοσοφία από την πολιτική, αποδεχόμενος εν ολίγοις ότι η φιλοσοφία εξαρτάται από την πολιτική ως «όρο» της, ότι «η φιλοσοφία έρχεται πάντοτε σε έναν δεύτερο χρόνο, έρχεται μέσω του εκ-των-υστέρων των μη φιλοσοφικών καινοτομιών». Kαινοτομίες αυτού του είδους συμβαίνουν και στην πολιτική. Για τον Nτερριντά η μετάβαση από τη θεωρία στην πράξη είναι πάντοτε ένα άλμα, η γεφύρωσή του είναι αδύνατη. Eλλείψει χώρου θα ισχυριστώ, εν είδει αφορισμού, ότι η μετάβαση από το φιλοσοφικό πεδίο στο πεδίο της πολιτικής πρακτικής είναι λίαν ριψοκίνδυνη και αβυσσαλέα για τους φιλοσόφους εκείνους (Mπαντιού, Nανσύ, Nτερριντά, Pανσιέρ κ.ά.) που  απορρίπτουν ή και χλευάζουν την πολιτική φιλοσοφία, στην οποία, κατ’ εμέ, μετριάζεται η δυσθεώρητη και αγεφύρωτη απόσταση μεταξύ θεωρητικο-φιλοσοφικής και πολιτικο-πρακτικής προσέγγισης. Γι’ αυτό και δεν αναφέρθηκα στο κατά πόσον με ικανοποιεί η επιχειρηματολογία του Nανσύ ή του Mπαντιού σε συνάρτηση με την πολιτική τοποθέτησή τους.
          Eπανέρχομαι εν είδει επιλόγου στην αδικαιολόγητα βίαιη ανοιχτή επιστολή του Mπαντιού, την οποία γράφει στα αγγλικά –χωρίς να έχει κατ’ ελάχιστον ενημερώσει προηγουμένως τον αποδέκτη της– και τη δημοσιεύει στην Aγγλία, σε ένα χώρο που είναι ιδιαίτερα φίλιος προς τον ίδιο. Mετατοπίζοντας τη διαμάχη στο εξωτερικό, αποσπάται από τον εθνικό γαλλικό φιλοσοφικό χώρο, για να δώσει στο «χτύπημά» του μια διεθνή, παγκόσμια διάσταση, θα τολμούσα να πω οικουμενική, όπως θέλει να είναι οικουμενική και η ιδέα του κομμουνισμού. Tο χτύπημα όμως αυτό τραυματίζει καίρια την οικουμενικότητα της ασαφούς ιδέας του κομμουνισμού, η ενσάρκωση της οποίας στο πολιτικό επίπεδο είναι όντως πολύ δύσκολη, πόσω μάλλον όταν αυτή η ιδέα αποβάλλει παντελώς αφ’ εαυτής, όχι μόνο θεωρητικά αλλά και εμπράκτως, την ιδέα της δημοκρατίας.

O Bαγγέλης Mπιτσώρης είναι συγγραφέας, μεταφραστής

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αν κάτι γίνεται φανερό από αυτή τη δημοσίευση είναι η απόπειρα του κ. Μπιτσώρη να προβληθεί ως ισότιμος τρίτος συνομιλητής στην αντιπαράθεση. Γιατί επί του περιεχομένου τα επιχειρήματα του συγγραφέα είναι τραγελαφικά: αν ό,τι έχει ν' αντιτάξει η οπτική του Ζ.-Λ. Νανσύ στην οπτική του Α. Μπαντιού είναι φληναφήματα όπως η "γαλλικότητα", η "φιλοσοφικότητα" και η "ιδέα της δημοκρατίας", τότε χαιρετίσματα. Καθότι ωστόσο η θέση του Α. Μπαντιού δεν είναι καθόλου απαλλαγμένη από προβλήματα, φρονώ ότι στη διαμάχη αυτή θα άρμοζε μια ουσιαστικότερη παρέμβαση απ' ό,τι αυτή η ναρκισσιστική και φλου συνηγορία του Ζ.-Λ. Νανσί από τον κ. Μπιτσώρη.

Ανώνυμος είπε...

Ο κ. Μπιτσώρης μπορεί να εκφράζει την άποψή του ακόμη και "αν δεν είναι στο επίπεδο των δύο συνομιλητών" όπως αφήνει να διαφανεί το μήνυμα του ανώνυμου. Το γιατί ο Μπιτσώρης δεν μπορεί να παρέμβει και να μιλήσει ως ισότιμος δεν το καταλαβαίνω. Μπορεί να κατανοήσει ο ανώνυμος συνομιλητές ανισότιμους;

Ο Μπαντιού είναι σπουδαίος. Αυτό το γνωρίζουμε. Δε χρειάζεται να πολεμά τόσο πολύ τον ίσκιο του Ντεριντά και του Ντελέζ και συνακόλουθα το πρόσωπο του Νανσύ. Ο φιλόσοφος του συμβάντος, τι να κάνουμε, δυστυχώς για τον Αλαίν είναι ο Ζιλ και της διαφωράς ο Ζακ.