5/11/17

Λένιν 2017

Ανάμνηση, επανάληψη και επεξεργασία

[Προδημοσίευση από το βιβλίο του Σλάβοϊ Ζίζεκ, (Επιμέλεια – Εισαγωγή – Επίμετρο), με κείμενα του Β. Ι. Λένιν, μτφρ. Γιώργος Καράμπελας, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου]

Ηλίας Κοέν, Heatsinc, 2016, υαλωμένα κεραμικά, 12,5 x 21 x 9 εκ.


ΤΟΥ ΣΛΑΒΟΪ ΖΙΖΕΚ

Mόνο όσοι είναι πιστοί στον κομμουνισμό μπορούν να διατυπώσουν μια αληθινά ριζοσπαστική κριτική της θλιβερής πραγματικότητας του σταλινισμού και των επιγόνων του. Ας το παραδεχτούμε: σήμερα, ο Λένιν και η κληρονομιά του θεωρούνται πράγματα απελπιστικά παρωχημένα, κομμάτια ενός νεκρού «παραδείγματος». Όχι μόνο ο Λένιν ήταν συγγνωστά τυφλός απέναντι σε πολλά από τα προβλήματα που είναι πλέον κεντρικά στη σύγχρονη ζωή (την οικολογία, τους αγώνες για μια χειραφετημένη σεξουαλικότητα, κ.ο.κ.), αλλά και η βίαιη πολιτική πρακτική του είναι εντελώς ξένη στις σημερινές δημοκρατικές ευαισθησίες, το όραμά του για τη νέα κοινωνία ως συγκεντρωτικό βιομηχανικό σύστημα υπό κρατική διοίκηση είναι απλώς εκτός τόπου και χρόνου, κ.ο.κ. Αντί να προσπαθούμε απελπισμένα να διασώσουμε τον αυθεντικό λενινιστικό πυρήνα από το σταλινικό αλλούβιο, δεν θα ήταν προτιμότερο να ξεχάσουμε τον Λένιν και να επιστρέψουμε στον Μαρξ, αναζητώντας στο δικό του έργο τις ρίζες όσων πήγαν στραβά στα κομμουνιστικά κινήματα του 20ού αιώνα;
Παρά ταύτα, η κατάσταση του Λένιν δεν σημαδευόταν ακριβώς από μια παρόμοια απελπισία; Είναι αλήθεια πως η σημερινή αριστερά αντιμετωπίζει την παραλυτική εμπειρία του τέλους μιας ολόκληρης εποχής προοδευτικών κινημάτων, μια εμπειρία που την αναγκάζει να επαναεφεύρει τις βασικότερες συντεταγμένες του προτάγματός της. Όμως μια επακριβώς ομόλογη εμπειρία ήταν που γέννησε και τον λενινισμό. Ας θυμηθούμε το σοκ του Λένιν όταν, το φθινόπωρο του 1914, όλα τα ευρωπαϊκά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα (με την τιμητική εξαίρεση των μπολσεβίκων της Ρωσίας και των σοσιαλδημοκρατών της Σερβίας) συντάχθηκαν στην «πατριωτική γραμμή», Όταν μάλιστα η Vorwärts, η καθημερινή εφημερίδα των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών, ανέφερε πως οι σοσιαλδημοκράτες στο γερμανικό κοινοβούλιο είχαν υπερψηφίσει τις στρατιωτικές πιστώσεις, ο Λένιν σκέφτηκε πως πρέπει να επρόκειτο για πλαστογράφημα της ρωσικής μυστικής αστυνομίας με στόχο την εξαπάτηση των Ρώσων εργατών. Σε μια εποχή στρατιωτικής σύγκρουσης που χώριζε την Ευρώπη στα δύο, πόσο δύσκολο ήταν να αρνηθεί κανείς την ιδέα πως έπρεπε να διαλέξει στρατόπεδο, πόσο δύσκολο ήταν να απορρίψει τον «πατριωτικό πυρετό» στην ίδια του τη χώρα! Πόσα και πόσα μεγάλα μυαλά (του Φρόιντ συμπεριλαμβανομένου) δεν υπέκυψαν στον εθνικιστικό πειρασμό, έστω και για μια-δυο βδομάδες!

Το σοκ του 1914 ήταν –για να το θέσουμε με τους όρους του Αλέν Μπαντιού– μια désastre, μια καταστροφή στην οποία εξαφανίστηκε ένας ολόκληρος κόσμος: όχι μόνο η ειδυλλιακή αστική πίστη στην πρόοδο, αλλά και το σοσιαλιστικό κίνημα που τη συνόδευσε. Ακόμα και ο ίδιος ο Λένιν έχασε τα πατήματά του – στην απελπισμένη αντίδραση που εκφράζει στο Τι να κάνουμε δεν υπάρχει καμιά ικανοποίηση, δεν υπάρχει κανένα «σας τα ’λεγα εγώ». Αυτή η στιγμή της Verzweiflung, αυτή η καταστροφή ήταν που διάνοιξε τον τόπο για το λενινιστικό συμβάν, για τη ρήξη με τον εξελικτικό ιστορικισμό της Β΄ Διεθνούς – και ο Λένιν ήταν ο μόνος που στάθηκε στο ύψος αυτής της διάνοιξης, ο μόνος που άρθρωσε την Αλήθεια της καταστροφής. Σε αυτή τη στιγμή απόγνωσης γεννήθηκε ο Λένιν που, διά της παρακαμπτηρίου μιας εκ του σύνεγγυς ανάγνωσης της Λογικής του Χέγκελ, μπόρεσε να διακρίνει μια μοναδική ευκαιρία για επανάσταση.
Σήμερα, η αριστερά βρίσκεται σε μια κατάσταση που μοιάζει αλλόκοτα με εκείνη που γέννησε τον λενινισμό, και καθήκον της είναι να επαναλάβει τον Λένιν. Αυτό δεν σημαίνει μια επιστροφή στον Λένιν. Επαναλαμβάνω τον Λένιν θα πει δέχομαι ότι «ο Λένιν είναι νεκρός», ότι η συγκεκριμένη λύση του απέτυχε, και απέτυχε μάλιστα τερατωδώς. Επαναλαμβάνω τον Λένιν σημαίνει ότι χρειάζεται κανείς να διακρίνει ανάμεσα σε ό,τι όντως έκανε ο Λένιν και το πεδίο δυνατοτήτων που διάνοιξε, να αναγνωρίσει την ένταση στον Λένιν ανάμεσα στις πράξεις του και μια άλλη διάσταση, τι «περισσότερο υπήρχε στον Λένιν από τον ίδιο τον Λένιν». Επαναλαμβάνω τον Λένιν θα πει επαναλαμβάνω όχι ό,τι έκανε ο Λένιν, αλλά ό,τι απέτυχε να κάνει, τις χαμένες του ευκαιρίες.
Αν πρόκειται να ανανεωθεί το κομμουνιστικό πρόταγμα ως αληθινή εναλλακτική στον παγκόσμιο καπιταλισμό, πρέπει να έρθουμε σε κάθετη ρήξη με την κομμουνιστική εμπειρία του 20ού αιώνα. Πρέπει πάντα να έχουμε κατά νου ότι το 1989 σηματοδότησε την ήττα όχι μόνο του κομμουνιστικού κρατικού σοσιαλισμού, αλλά και της δυτικής σοσιαλδημοκρατίας. Πουθενά δεν είναι πιο κατάφωρη η αθλιότητα της σημερινής αριστεράς απ’ ό,τι στην «πειθαρχημένη» της υπεράσπιση του σοσιαλδημοκρατικού κράτους πρόνοιας. Ελλείψει υλοποιήσιμου ριζοσπαστικού αριστερού προτάγματος, το μόνο που μπορεί να κάνει η αριστερά είναι να βομβαρδίζει το κράτος με αιτήματα για τη διεύρυνση του κράτους πρόνοιας, γνωρίζοντας καλά ότι το κράτος δεν θα μπορέσει να τα ικανοποιήσει. Έτσι, αυτή η αναγκαία απογοήτευση χρησιμεύει, υποτίθεται, ως υπενθύμιση της βασικής ανικανότητας της σοσιαλδημοκρατικής αριστεράς και ωθεί τον λαό προς μια νέα ριζοσπαστική επαναστατική αριστερά. Περιττό να ειπωθεί ότι μια τέτοια πολιτική κυνικής «παιδαγωγίας» είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, καθώς δίνει μια εκ προοιμίου χαμένη μάχη: στην παρούσα πολιτικοϊδεολογική συγκυρία, η αντίδραση στην αδυναμία του κράτους πρόνοιας να ανταποκριθεί είναι ο δεξιός λαϊκισμός. Για να αποφύγει αυτή την αντίδραση, η αριστερά θα πρέπει να προτείνει το δικό της θετικό σχέδιο, πέρα από τους φραγμούς του σοσιαλδημοκρατικού κράτους πρόνοιας. Γι’ αυτό επίσης είναι εντελώς λάθος να εναποθέτει κανείς τις ελπίδες του στα ισχυρά και κυρίαρχα έθνη-κράτη που υπερασπίζονται, υποτίθεται, το κράτος πρόνοιας ενάντια σε υπερεθνικούς θεσμούς όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, θεσμούς οι οποίοι, λέει το σενάριο αυτό, χρησιμεύουν ως όργανα του παγκόσμιου κεφαλαίου για να διαλυθούν και τα τελευταία απομεινάρια του κράτους πρόνοιας.[1]Από εδώ, χρειάζεται μόνο ένα βήμα για να δεχτεί κανείς μια «στρατηγική συμμαχία» με την εθνικιστική δεξιά που ανησυχεί για την αποσύνθεση της εθνικής ταυτότητας στην υπερεθνική Ευρώπη. (Όπως έχει ήδη συμβεί στην πράξη με τη νίκη του Brexit στη Μεγάλη Βρετανία.)

[1] Μια από τις τρελές συνέπειες αυτής της στάσης είναι ότι κάποιοι αριστεροί υποστήριξαν τον φιλελεύθερο-συντηρητικό Τσέχο πρόεδρο Βάτσλαβ Κλάους, φανατικό ευρωσκεπτικιστή: ο θηριώδης αντικομμουνισμός του και η αντίθεσή του στο «ολοκληρωτικό» κράτος πρόνοιας παραμερίζονται ως έντεχνη στρατηγική προκειμένου να γίνει αποδεκτός ο αντιευρωπαϊσμός του… Στις αριστερές ηλιθιότητες συγκαταλέγεται επίσης μια αλλόκοτη μορφή κριτικής του «υπαρκτού σοσιαλισμού»: αν και τα καθεστώτα αυτά ήταν κατά βάση προοδευτικά, «παραμέλησαν» τη δημοκρατία και την προσωπική ελευθερία… Για να μην αναφέρουμε την ιδέα ότι ο κεντρικός σχεδιασμός δεν απέτυχε στ’ αλήθεια, αφού δεν δοκιμάστηκε ποτέ πλήρως (ακριβώς η ίδια λογική με αυτή των φιλελεύθερων της αγοράς, που διατείνονται ότι η τελευταία οικονομική κρίση δεν είναι αποτέλεσμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, αλλά του γεγονότος ότι ο καθαρός φιλελευθερισμός της αγοράς δεν υλοποιήθηκε ποτέ πλήρως στην πράξη). Δεν μπορεί κανείς να αποφύγει εδώ τον πειρασμό να θυμίσει το ανέκδοτο που παραθέτει ο Λακάν: «Η μνηστή μου δεν αργεί ποτέ σε ραντεβού, γιατί αν αργήσει, παύει αυτοστιγμεί να είναι μνηστή μου!» – η αγορά δεν αποτυγχάνει ποτέ, γιατί αν αποτύχει, αυτό αποδεικνύει απλώς ότι δεν ήταν καθαρή αγορά. Ιδού ένα αξεπέραστο παράδειγμα αυτού που ο Χέγκελ ονομάζει «αφηρημένη σκέψη».

Δεν υπάρχουν σχόλια: